Τις πληροφορίες για πιθανότητα εκδήλωσης φαινομένου ντόμινο από το σεισμό στο Νεπάλ με ενδεχόμενες επιπτώσεις και στην Ελλάδα που διέρρευσαν σε πολλά μέσα ενημέρωσης διέψευσε ο διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, Άκης Τσελέντης.
Μιλώντας στα parapolitika fm ο κ. Τσελέντης είπε πως κάθε σεισμός άνω των 8 Ρίχτερ θεωρείται σεισμός παγκόσμιας εμβέλειας, ενώ συμπλήρωσε πως τα μηχανήματα του Γεωδυναμικού κατέγραφαν την δόνηση για περισσότερες από 4 ώρες.
Ο κ. Τσελέντης υπογράμμισε ότι ο απολογισμός των νεκρών από το σεισμό στο Νεπάλ θα είναι μεγαλύτερος από τις εκτιμήσεις.
Σε συνέντευξή του στο Βήμα FM o κ. Τσελέντης μίλησε για δύο τρεις περιοχές στην Ελλάδα που είναι «ώριμες» για σεισμό οι οποίες μάλιστα είναι κοντά σε κατοικημένες περιοχές, ωστόσο αποσυνέδεσε τον σεισμό του Νεπάλ με την ελληνική πραγματικότητα. Επισήμανε ακόμα ότι η αντισεισμική προστασία των κτηρίων στην Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ υψηλότερο επίπεδο από το Νεπάλ.
Στο ίδιος μήκος κύματος ο σεισμολόγος και πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικής Προστασίας, Ευθύμιος Λέκκας τόνισε ότι ο σεισμός του Νεπάλ θα επηρεάσει περιοχές σε μια ακτίνα 2000-3000 χιλιομέτρων, ενώ η χώρα μας απέχει 6000 χιλιόμετρα από το επίκεντρο του πρόσφατου σεισμού.
—Πού οφείλεται ο σεισμός του Νεπάλ
Ο φονικός σεισμός που σημειώθηκε στο Νεπάλ οφείλεται στην μετακίνηση της ινδικής τεκτονικής πλάκας προς τα πάνω με αποτέλεσμα να συμπιέζεται η Ασία. Η ίδια τεκτονική κίνηση είναι αυτή που δημιούργησε την οροσειρά των Ιμαλαΐων.
Οι σεισμολόγοι εκτιμούν ότι ένας νέος σεισμός μεγάλου μεγέθους, ίσως και ισχυρότερος από τον πρόσφατο, είναι θέμα χρόνου. Η ιστορική στατιστική ανάλυση δείχνει ότι είναι πιθανό να συμβεί μετά από τέσσερις ή πέντε δεκαετίες, αλλά κανείς δεν μπορεί να το προβλέψει με ακρίβεια.
Όλα ξεκίνησαν πριν από τουλάχιστον 25 εκατομμύρια χρόνια, όταν η Ινδία, που έως τότε ήταν μία απομονωμένη μάζα ξηράς, σαν ένα μεγάλο νησί, «γλιστρώντας» πάνω σε μία τεκτονική πλάκα που κινείτο από τα νότια προς τα βόρεια, έπεσε πάνω στην ηπειρωτική Ασία. Οι δύο γιγάντιες πλάκες, της Ινδίας και της Ευρασίας, συνεχίζουν να συγκρούονται με ταχύτητα περίπου τεσσάρων έως πέντε εκατοστών κάθε χρόνο, με την ινδική πλάκα να καταβυθίζεται αργά κάτω από την ευρασιατική. Το αντίστοιχο τεκτονικό ρήγμα, όπου συσσωρεύεται η γεωλογική ένταση, «τρέχει» για περίπου 2.200 χιλιόμετρα κατά μήκος των νοτίων συνόρων του Νεπάλ.
Αν και για την ανθρώπινη αντίληψη του χρόνου η ταχύτητα σύγκρουσης των τεσσάρων έως πέντε εκατοστών ετησίως δεν φαίνεται μεγάλη, για τα γεωλογικά δεδομένα θεωρείται πολύ γρήγορη. Έως τώρα ήταν υπεραρκετή για να έχει δημιουργήσει τα υψηλότερα βουνά στον κόσμο (που συνεχίζουν να ψηλώνουν περίπου ένα εκατοστό ετησίως) και, κατά περιόδους, να «πυροδοτεί» καταστροφικούς σεισμούς. Ο προηγούμενος σεισμός στο Νεπάλ, το 1934 (πριν 81 χρόνια), ήταν ακόμη πιο ισχυρός, της τάξης των 8,1 Ρίχτερ, σκοτώνοντας πάνω από 10.600 ανθρώπους.
Οι ειδικοί έχουν προειδοποιήσει για τους κινδύνους εδώ και πολύ καιρό. Ο νέος σεισμός -κατά τον οποίο εκτιμάται ότι η ινδική πλάκα προχώρησε απότομα κατά περίπου δύο μέτρα προς τον Βορρά- δεν αποτελεί παρά μία οδυνηρή υπενθύμιση. Όποιος ζει σε αυτή την περιοχή ή την επισκέπτεται για να περιηγηθεί στο Κατμαντού ή να σκαρφαλώσει στο Έβερεστ, πρέπει να έχει επίγνωση των κινδύνων.
Σύμφωνα με τον αμερικανικό μη κερδοσκοπικό οργανισμό εκτίμησης γεωκινδύνων GeoHazards International, κατά μέσο όρο, μετά το 1255, ένας ισχυρός σεισμός γύρω στους 8 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ πλήττει το Νεπάλ και τις γύρω περιοχές, κάθε 75 χρόνια. Ο ίδιος οργανισμός εκτιμά ότι αν -ή μάλλον όταν- ξανασυμβεί ένας σεισμός ανάλογος του 1934, δηλαδή των 8,1 βαθμών, οι νεκροί μπορεί να ξεπεράσουν τους 40.000, καθώς η περιοχή είναι πλέον πολύ πιο πυκνοκατοικημένη, με δεδομένο ότι στην κοιλάδα του Κατμαντού, της πρωτεύουσας του Νεπάλ, ο πληθυσμός (σήμερα είναι περίπου 1,5 εκατομμύριο κάτοικοι) αυξάνεται με ετήσιο ρυθμό 6,5%.
Υπολογίζεται ότι ο σεισμός της 25ης Απριλίου όχι μόνο ισοπέδωσε μεγάλο μέρος του ιστορικού κέντρου του Κατμαντού, αλλά, επίσης, μετακίνησε όλη την πόλη κατά περίπου τρία μέτρα προς τα νότια. Η τεκτονική ενέργεια που απελευθερώθηκε, ισοδυναμούσε με τουλάχιστον 20 βόμβες υδρογόνου (κάθε μία από αυτές πολύ ισχυρότερη από την ατομική βόμβα που κατέστρεψε τη Χιροσίμα). Κατά τη διάρκεια του τελευταίου αιώνα, στο Νεπάλ έχουν γίνει τέσσερις σεισμοί άνω των 6 Ρίχτερ.
Άλλες πυκνοκατοικημένες αστικές περιοχές που κινδυνεύουν από ισχυρούς σεισμούς, σύμφωνα με τους γεωλόγους, είναι η Τεχεράνη (Ιράν), η Αϊτή, η Λίμα (Περού), η Παντάνγκ (Ινδονησία) και η Κωνσταντινούπολη, που βρίσκονται κοντά σε μεγάλα τεκτονικά ρήγματα.
Ο ισχυρότερος σεισμός που έχει συμβεί παγκοσμίως μετά το 1900, έγινε στις 22 Μαϊου 1960 στη βόρεια Χιλή και ήταν μεγέθους 9,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, προκαλώντας τσουνάμι και σκοτώνοντας πάνω από 1.700 ανθρώπους.
http://www.econews.gr
Discover more from World Reader's Digest
Subscribe to get the latest posts sent to your email.