ΣΕ ΑΡΚΕΤΕΣ χώρες πολλοί άνθρωποι αναγκάζονται να συντηρούνται κάνοντας κάποια σκληρή χειρωνακτική εργασία επί πολλές ώρες με εξαντλητικό ρυθμό, ίσως μάλιστα κάνοντας μια επικίνδυνη δουλειά με μικρό μισθό. Μέχρι πρόσφατα πολλοί άνθρωποι σε άλλες χώρες ήταν βέβαιοι ότι, από τη στιγμή που θα προσλαμβάνονταν σε κάποια μεγάλη εταιρία ή στο δημόσιο, θα είχαν μια ασφαλή δουλειά μέχρι να πάρουν σύνταξη. Αλλά σήμερα δεν φαίνεται να υπάρχουν πια επιχειρήσεις ή εταιρίες που να μπορούν να προσφέρουν την επιθυμητή απασχόληση και ασφάλεια σε όλα τα επίπεδα. Γιατί;
Οι Αιτίες του Προβλήματος
Χιλιάδες νέοι δεν μπορούν καν να βρουν την πρώτη τους δουλειά—είτε έχουν πτυχίο πανεπιστημίου είτε όχι. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, περισσότεροι από το ένα τρίτο των ανέργων είναι ηλικίας 15 έως 24 ετών. Ο μέσος όρος ηλικίας εκείνων που εργάζονται ήδη και προσπαθούν να κρατήσουν τη δουλειά τους αυξάνεται, και έτσι είναι πιο δύσκολο για τους νέους να μπουν στην αγορά εργασίας. Ακόμα και στις γυναίκες—οι οποίες κάνουν όλο και πιο εμφανή την παρουσία τους στην αγορά εργασίας—υπάρχει υψηλό ποσοστό ανεργίας. Έτσι, ένα πάρα πολύ μεγάλο κύμα καινούριων εργαζομένων προσπαθεί τώρα να απορροφηθεί στην αγορά εργασίας.
Από την εποχή που κατασκευάστηκαν οι πρώτες μηχανές για βιομηχανική χρήση, οι τεχνικές καινοτομίες έχουν μειώσει την ανάγκη για εργάτες. Επειδή έπρεπε να εργάζονται πολύωρες εξαντλητικές βάρδιες, οι εργαζόμενοι έλπιζαν ότι οι μηχανές θα μείωναν τη δουλειά ή ακόμα και θα την καταργούσαν. Η αυτοματοποίηση έχει αυξήσει την παραγωγή και έχει μειώσει πολλούς κινδύνους, αλλά έχει μειώσει επίσης και τις δουλειές. Όσοι απολύονται κινδυνεύουν να γίνουν μακροχρόνια άνεργοι αν δεν αποκτήσουν κάποια καινούρια ειδικότητα.
Κινδυνεύουμε να κατακλυστούμε από την υπεραφθονία των εμπορικών προϊόντων. Μερικοί νιώθουν ότι έχουμε φτάσει πια στα όρια της ανάπτυξης. Επιπρόσθετα, με λιγότερους εργαζομένους, υπάρχουν λιγότεροι αγοραστές. Έτσι, η αγορά παράγει περισσότερα από όσα μπορούν να καταναλωθούν. Εφόσον δεν είναι πλέον οικονομικά βιώσιμες, μεγάλες βιομηχανικές μονάδες οι οποίες είχαν φτιαχτεί για να ανταποκριθούν στην αναμενόμενη αύξηση της παραγωγής κλείνουν ή αλλάζουν αντικείμενο. Τάσεις σαν και αυτήν θερίζουν θύματα—εκείνους που μένουν άνεργοι. Σε καιρούς οικονομικής ύφεσης, η ζήτηση για εργάτες μειώνεται, και οι δουλειές που χάνονται σε περιόδους ύφεσης σχεδόν ποτέ δεν δημιουργούνται ξανά σε περιόδους ανάπτυξης. Σαφώς, δεν υπάρχει μόνο ένα αίτιο για την ανεργία.
Κοινωνική Μάστιγα
Εφόσον μπορεί να πλήξει τον οποιονδήποτε, η ανεργία είναι κοινωνική μάστιγα. Ορισμένες χώρες παρέχουν διάφορους μηχανισμούς για την προστασία εκείνων που εργάζονται ακόμα—για παράδειγμα, εβδομάδα με μειωμένο ωράριο και με μειωμένο μισθό. Ωστόσο, αυτό μπορεί να βλάψει τις προοπτικές των άλλων που αναζητούν εργασία.
Τόσο οι εργαζόμενοι όσο και οι άνεργοι διαμαρτύρονται ολοένα και συχνότερα για εργασιακά προβλήματα. Αλλά ενώ οι άνεργοι ζητάνε τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, εκείνοι που έχουν δουλειά προσπαθούν να προστατέψουν τη δική τους ασφάλεια—δύο στόχοι που δεν είναι πάντοτε συμβατοί μεταξύ τους. «Εκείνοι που έχουν κάποια δουλειά πολλές φορές χρειάζεται να εργάζονται υπερωρίες. Εκείνοι που δεν έχουν δουλειά παραμένουν χωρίς δουλειά. Υπάρχει κίνδυνος να διαιρεθεί η κοινωνία στα δύο . . . αφενός, οι υπεραπασχολούμενοι, και αφετέρου, οι αποξενωμένοι άνεργοι, οι οποίοι εξαρτώνται σχεδόν εξ ολοκλήρου από την καλή θέληση των άλλων», λέει το ιταλικό περιοδικό Πανόραμα (Panorama). Στην Ευρώπη, λένε οι ειδικοί, τους καρπούς της οικονομικής ανάπτυξης τους απολαμβάνουν πρωτίστως εκείνοι οι οποίοι εργάζονται ήδη, και όχι οι άνεργοι.
Το χειρότερο είναι ότι η ανεργία σχετίζεται με την κατάσταση της τοπικής οικονομίας, με αποτέλεσμα σε ορισμένα κράτη, όπως η Γερμανία, η Ισπανία και η Ιταλία, να υπάρχουν τεράστιες διαφορές στις ανάγκες της μιας περιοχής από την άλλη. Είναι οι εργαζόμενοι πρόθυμοι να αποκτήσουν κάποια καινούρια ειδικότητα ή ακόμα και να μετακομίσουν σε άλλη περιοχή ή σε άλλη χώρα; Αυτό μπορεί πολλές φορές να παίξει καθοριστικό ρόλο.
Υπάρχουν Διαθέσιμες Λύσεις;
Κατά κύριο λόγο, οι ελπίδες στηρίζονται σε μια οικονομική ανάκαμψη. Αλλά μερικοί είναι σκεπτικιστές και πιστεύουν ότι μια τέτοια ανάκαμψη δεν πρόκειται να συμβεί παρά μόνο περίπου το έτος 2000. Για άλλους, η βελτίωση έχει ήδη αρχίσει, αλλά τα αποτελέσματά της αργούν να φανούν, όπως προκύπτει από την πρόσφατη μείωση της απασχόλησης στην Ιταλία. Οικονομική ανάκαμψη δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην μείωση της ανεργίας. Ενώ η ανάπτυξη είναι μέτρια, οι επιχειρήσεις προτιμούν να χρησιμοποιούν καλύτερα το προσωπικό που ήδη έχουν παρά να προσλάβουν άλλους—δηλαδή, υπάρχει «ανάπτυξη χωρίς θέσεις απασχόλησης». Επιπλέον, ο αριθμός των ανέργων συνήθως αυξάνεται γρηγορότερα από τον αριθμό των νέων θέσεων εργασίας που δημιουργούνται.
Σήμερα οι εθνικές οικονομίες υφίστανται διεθνοποίηση. Μερικοί οικονομολόγοι νομίζουν ότι η δημιουργία μεγάλων, καινούριων υπερεθνικών εμπορικών περιοχών, όπως είναι η Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής (NAFTA) και η Οικονομική Συνεργασία Ασίας-Ειρηνικού (APEC), μπορεί επίσης να δώσει ώθηση στην παγκόσμια οικονομία. Ωστόσο, λόγω αυτής της τάσης οι μεγάλες εταιρίες εγκαθίστανται εκεί όπου τα εργατικά είναι φτηνότερα, με αποτέλεσμα να χάνουν θέσεις εργασίας τα βιομηχανοποιημένα κράτη. Ταυτόχρονα, οι χαμηλόμισθοι εργάτες βλέπουν τις ήδη πενιχρές αποδοχές τους να μειώνονται. Δεν αποτελεί σύμπτωση ότι σε αρκετές χώρες πολλοί άνθρωποι διαδηλώνουν, ακόμα και βίαια, ενάντια σε αυτές τις εμπορικές συμφωνίες.
Οι ειδικοί προτείνουν πολλές λύσεις για την καταπολέμηση της ανεργίας. Μερικές μάλιστα είναι αντιφατικές, ανάλογα με το αν προέρχονται από οικονομολόγους, πολιτικούς ή τους ίδιους τους εργαζομένους. Υπάρχουν εκείνοι που προτείνουν την προσφορά κινήτρων στις εταιρίες για αύξηση του προσωπικού με μείωση της φορολόγησης. Μερικοί συστήνουν μαζική κρατική παρέμβαση. Άλλοι προτείνουν διαφορετική κατανομή της εργασίας και μείωση των ωρών εργασίας. Αυτό έχει ήδη γίνει σε μερικές μεγάλες εταιρίες, μολονότι στη διάρκεια του περασμένου αιώνα, η εβδομάδα εργασίας μειώθηκε συστηματικά σε όλα τα βιομηχανοποιημένα κράτη χωρίς να υπάρξει μείωση της ανεργίας. «Μακροχρόνια», υποστηρίζει ο οικονομολόγος Ρενάτο Μπρουνέτα, «κάθε τακτική αποδεικνύεται αναποτελεσματική, με κόστος που ξεπερνά τα οφέλη».
«Ας μην αυταπατόμαστε», συμπεραίνει το περιοδικό Λ’Εσπρέσο (L’Espresso), «το πρόβλημα είναι δύσκολο». Μήπως είναι τόσο δύσκολο ώστε δεν μπορεί να λυθεί; Υπάρχει κάποια λύση για το πρόβλημα της ανεργίας;
Ένα Αρχαίο Πρόβλημα
Η ανεργία είναι παλιό πρόβλημα. Επί αιώνες, οι άνθρωποι κατά καιρούς βρίσκονταν άθελά τους χωρίς εργασία. Από τη στιγμή που κάποια δουλειά τελείωνε, δεκάδες χιλιάδες εργάτες οι οποίοι χρησιμοποιούνταν σε μεγάλα κατασκευαστικά προγράμματα έμεναν άνεργοι—τουλάχιστον μέχρι να απορροφηθούν κάπου αλλού. Το λιγότερο που μπορούμε να πούμε είναι ότι στο μεταξύ ζούσαν μάλλον μέσα στην ανασφάλεια.
Στη διάρκεια του Μεσαίωνα, «παρ’ όλο που το πρόβλημα της ανεργίας με τη σύγχρονη έννοια δεν υπήρχε ακόμα», υπήρχαν άνεργοι. (Η Ανεργία στην Ιστορία [La disoccupazione nella storia]) Ωστόσο, εκείνη την εποχή όσοι δεν εργάζονταν θεωρούνταν, κατά κύριο λόγο, άχρηστοι ή απατεώνες. Ακόμα και το 19ο αιώνα, πολλοί Βρετανοί αναλυτές «συσχέτιζαν τους ανέργους κυρίως με τους ‘άξεστους’ και τους αλήτες που κοιμούνταν στο ύπαιθρο ή γύριζαν στους δρόμους τη νύχτα», εξηγεί ο καθηγητής Τζον Μπάρνετ.—Οι Αργόσχολοι (Idle Hands).
Η «ανακάλυψη της ανεργίας» έλαβε χώρα προς τα τέλη του 19ου αιώνα ή στις αρχές του 20ού. Σχηματίστηκαν ειδικές κυβερνητικές επιτροπές για τη μελέτη και την επίλυση του προβλήματος, όπως η Εξεταστική Επιτροπή της Βρετανικής Βουλής των Κοινοτήτων σχετικά με τα «Προβλήματα που Προκαλεί η Έλλειψη Απασχόλησης», το 1895. Η ανεργία είχε γίνει κοινωνική μάστιγα.
Αυτή η νέα διαπίστωση έλαβε μεγάλες διαστάσεις, ιδιαίτερα μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Εκείνη η διαμάχη, με τη φρενήρη παραγωγή όπλων, είχε κυριολεκτικά εξαλείψει την ανεργία. Αλλά αρχίζοντας από τη δεκαετία του 1920, ο Δυτικός κόσμος αντιμετώπισε μια σειρά υφέσεων οι οποίες αποκορυφώθηκαν με τη Μεγάλη Οικονομική Κρίση που άρχισε το 1929 και έπληξε όλες τις βιομηχανοποιημένες οικονομίες του κόσμου. Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, σε πολλές χώρες υπήρξε μια νέα οικονομική άνθηση και η ανεργία μειώθηκε. Αλλά «οι ρίζες του σημερινού προβλήματος της ανεργίας μπορούν να βρεθούν στα μέσα της δεκαετίας του 1960», λέει ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη. Η αγορά εργασίας υπέστη ένα καινούριο πλήγμα από τις πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970 και από την επανάσταση στο χώρο της πληροφορικής με τις επακόλουθες απολύσεις. Η ανεργία βρίσκεται σε αμείλικτη άνοδο, επηρεάζοντας ακόμα και εκείνους τους υπαλλήλους γραφείου και τα διευθυντικά στελέχη των οποίων οι εργασίες κάποτε θεωρούνταν ασφαλείς.
Discover more from World Reader's Digest
Subscribe to get the latest posts sent to your email.