Η Αρχαία Ελληνική Θρησκεία. Τα πρώτα στοιχεία που έχουμε για την αρχαία ελληνική θρησκεία προέρχονται από τα έπη του Ομήρου. Οι ιστορικοί θεωρούν ότι ο Όμηρος έγραψε τα έπη Ιλιάδα και Οδύσσεια. Οι αρχαιότεροι πάπυροι που περιέχουν αποσπάσματα αυτών των επών πιστεύεται ότι χρονολογούνται πριν από το 150 Π.Κ.Χ. Όπως λέει ο Τζορτζ Τζ. Α. Μάρεϊ, καθηγητής της ελληνικής γλώσσας, αυτά τα αρχαία κείμενα «διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό από το παραδεδεγμένο κείμενο», δηλαδή από τη μορφή που έχει γίνει κοινώς αποδεκτή τους πρόσφατους αιώνες. (Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα [Encyclopædia Britannica], 1942, Τόμ. 11, σ. 689) Συνεπώς, ανόμοια με ό,τι ισχύει για την Αγία Γραφή, η ακεραιότητα των ομηρικών κειμένων δεν διαφυλάχτηκε, αλλά τα κείμενα κυκλοφορούσαν σε μια άκρως ρευστή μορφή, όπως δείχνει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Μάρεϊ. Τα ομηρικά έπη μιλούσαν για πολεμιστές-ήρωες και για θεούς που έμοιαζαν πάρα πολύ με τους ανθρώπους.
Υπάρχουν στοιχεία βαβυλωνιακής επιρροής στην αρχαία ελληνική θρησκεία. Κάποιος αρχαίος ελληνικός μύθος είναι σχεδόν κατά λέξη μετάφραση ενός ακκαδικού πρωτότυπου μύθου.
Ένας άλλος ποιητής, ο Ησίοδος, ο οποίος πιθανότατα έζησε τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., θεωρείται ότι συστηματοποίησε τους πολυάριθμους ελληνικούς μύθους και θρύλους. Η Θεογονία του Ησιόδου και τα ομηρικά έπη ήταν τα κύρια ιερά συγγράμματα, η θεολογία, των Ελλήνων.
Σχετικά με τους ελληνικούς μύθους, είναι ενδιαφέρον το πώς η Αγία Γραφή φωτίζει την πιθανή ή και προφανή προέλευσή τους. Όπως δείχνουν τα εδάφια Γένεση 6:1-13, πριν από τον Κατακλυσμό αγγελικοί γιοι του Θεού ήρθαν στη γη, προφανώς αφού υλοποιήθηκαν προσλαμβάνοντας ανθρώπινη μορφή, και κατοίκησαν με όμορφες γυναίκες. Αυτοί απέκτησαν παιδιά που ονομάζονταν Νεφιλείμ, ή Καταρρίπτοντες, δηλαδή «αυτοί που κάνουν άλλους να πέσουν». Το αποτέλεσμα αυτής της αφύσικης ένωσης πνευματικών πλασμάτων με ανθρώπους και της δημιουργίας ενός υβριδικού γένους ήταν μια γη που γέμισε ανηθικότητα και βία. (Παράβαλε Ιου 6· 1Πε 3:19, 20· 2Πε 2:4, 5· βλέπε ΝΕΦΙΛΕΙΜ.) Όπως και άλλοι άνθρωποι της μετακατακλυσμιαίας εποχής, έτσι και ο Ιαυάν, ο προγεννήτορας των Ελλήνων, αναμφίβολα είχε ακούσει την ιστορία των προκατακλυσμιαίων χρόνων και των συνθηκών που επικρατούσαν τότε, πιθανώς από τον πατέρα του τον Ιάφεθ ο οποίος είχε επιζήσει από τον Κατακλυσμό. Προσέξτε τώρα τι αποκαλύπτουν τα συγγράμματα που αποδίδονται στον Όμηρο και στον Ησίοδο.
Οι πολυάριθμοι θεοί και θεές τους οποίους περιγράφουν είχαν ανθρώπινη μορφή και εξαιρετική ομορφιά, παρότι συχνά ήταν γιγαντόσωμοι και υπερανθρώπινοι. Έτρωγαν, έπιναν, κοιμούνταν, είχαν σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ τους ή ακόμη και με ανθρώπους, ζούσαν ως οικογένειες, φιλονικούσαν και πολεμούσαν, αποπλανούσαν και βίαζαν. Αν και υποτίθεται ότι ήταν άγιοι και αθάνατοι, ήταν ικανοί για κάθε είδους δόλο και έγκλημα. Κυκλοφορούσαν ανάμεσα στους ανθρώπους είτε ορατά είτε αόρατα. Μεταγενέστεροι Έλληνες συγγραφείς και φιλόσοφοι προσπάθησαν να αφαιρέσουν από τις αφηγήσεις του Ομήρου και του Ησιόδου μερικές από τις πιο αχρείες πράξεις που αποδίδονταν στους θεούς.
Αυτές οι αφηγήσεις ίσως αντικατοπτρίζουν, αν και με πολύ διογκωμένο, διανθισμένο και διαστρεβλωμένο τρόπο, την αυθεντική αφήγηση της Γένεσης για τις προκατακλυσμιαίες συνθήκες. Μια άλλη αξιοσημείωτη αντιστοιχία είναι ότι, εκτός από τους κυριότερους θεούς, οι ελληνικοί μύθοι περιγράφουν και ημίθεους ή ήρωες, οι οποίοι είχαν και θεϊκή και ανθρώπινη καταγωγή. Αυτοί οι ημίθεοι είχαν υπερανθρώπινη δύναμη αλλά ήταν θνητοί (ο Ηρακλής ήταν ο μόνος από αυτούς στον οποίο παραχωρήθηκε το προνόμιο να αποκτήσει αθανασία). Οι ημίθεοι, λοιπόν, παρουσιάζουν αξιοσημείωτη ομοιότητα με τους Νεφιλείμ τους οποίους περιγράφει η αφήγηση της Γένεσης.
Επισημαίνοντας αυτή τη βασική αντιστοιχία, ο ανατολιστής Έ. Α. Σπάιζερ ανάγει τη θεματολογία των ελληνικών μύθων στη Μεσοποταμία. (Η Παγκόσμια Ιστορία του Εβραϊκού Λαού [The World History of the Jewish People], 1964, Τόμ. 1, σ. 260) Η Μεσοποταμία ήταν η περιοχή όπου βρισκόταν η Βαβυλώνα και η αφετηρία από όπου εξαπλώθηκε η ανθρωπότητα μετά τη σύγχυση της γλώσσας των ανθρώπων.—Γε 11:1-9.
Οι κυριότεροι θεοί των αρχαίων Ελλήνων λέγεται ότι κατοικούσαν ψηλά στο όρος Όλυμπος (ύψους 2.917 μ.), το οποίο βρίσκεται Ν της Βέροιας. (Ο Παύλος ήταν πολύ κοντά στις πλαγιές του Ολύμπου όταν διακονούσε τους Βεροιείς κατά τη δεύτερη ιεραποστολική περιοδεία του· Πρ 17:10.) Σε αυτούς τους Ολύμπιους θεούς συγκαταλεγόταν ο Δίας (τον οποίο οι Ρωμαίοι αποκαλούσαν Γιούπιτερ· Πρ 28:11), ο θεός του ουρανού, η Ήρα (η ρωμαϊκή Γιούνο), σύζυγος του Δία, η Γη ή Γαία, η θεά της γης, η οποία αποκαλούνταν και Μεγάλη Μητέρα, ο Απόλλων, ο θεός του ήλιου, καθώς και θεός του αιφνίδιου θανάτου, ο οποίος τόξευε με τα θανατηφόρα βέλη του από μακριά, η Άρτεμις (η ρωμαϊκή Ντιάνα), η θεά του κυνηγιού—η λατρεία μιας άλλης Αρτέμιδος, θεάς της γονιμότητας, ήταν πολύ διαδεδομένη στην Έφεσο (Πρ 19:23-28, 34, 35)—ο Άρης (ο ρωμαϊκός Μαρς), ο θεός του πολέμου, ο Ερμής (ο ρωμαϊκός Μερκούριους), ο θεός των ταξιδιωτών, του εμπορίου και του λόγου, ο αγγελιοφόρος των θεών (στα Λύστρα της Μικράς Ασίας οι άνθρωποι αποκαλούσαν τον Βαρνάβα «Δία, τον δε Παύλο Ερμή, επειδή αυτός έπαιρνε την πρωτοβουλία στο λόγο»· Πρ 14:12), η Αφροδίτη (η ρωμαϊκή Βένους), η θεά της γονιμότητας και του έρωτα, η οποία θεωρείται «αδελφή της ασσυροβαβυλωνιακής Ιστάρ και της συροφοινικικής Αστάρτης» (Ελληνική Μυθολογία [Greek Mythology], του Π. Χάμλιν, Λονδίνο, 1963, σ. 63), και πολλοί άλλοι θεοί και θεές. Στην πραγματικότητα, κάθε πόλη-κράτος φαίνεται ότι είχε τους δικούς της κατώτερους θεούς, οι οποίοι λατρεύονταν σύμφωνα με τα τοπικά έθιμα.
*** it-1 σ. 926-928 Ελλάδα, Έλληνες ***
Discover more from World Reader's Digest
Subscribe to get the latest posts sent to your email.