Δεκαετίες ΄50 ΄60 στις γειτονιές της Αθήνας. Η αγορά ήταν μαζεμένη κατά κάποιον τρόπο. Ο μπακάλης βιζαβί και απεναντίας όπως θυμάμε ο χασάπης στην γωνία φάτσα ο φούρναρης δίπλα ο μανάβης….
Μικρή βόλτα για ψώνια με το διχτάκι στο ένα χέρι για να τα μεταφέρεις και στο άλλο τα τεφτέρια.
Δεν χρειαζόντουσαν τότε τον Βαρουφάκη για να σπαζοκεφαλιάζει για νέο νόμισμα ούτε να ετοιμάζει υποσχετικές IOU όπως τις λέμε στην γλώσσα μας για να κάνουμε τα αλισβερίσια μας.
Απλά τα πράγματα αρχίζοντας από τον μπακάλη που χαμογελούσε όταν σε έβλεπε σκουπίζοντας τα χέρια του από τις ρέγγες που έπιανε πάνω στην λερή μπλούζα του.
Ήσουνα καλοπληρωτής βλέπεις κάθε 15 και πρώτη του μήνα καθ΄ότι ο πατέρας κρατιότανε από το Δημόσιο τύπου 3 και εξήντα.
Έβαζε ημερομηνία και έγραφε στο τεφτέρι την ημερομηνία και δίπλα
“…εξόφλισις”…όλα τα φωνήεντα ήταν ίδια γι αυτόν.
Και διάβαζες το χαρτάκι της παραγγελίας….
“Μου είπε η μάνα μου να βάλεις …”
Και έβαζε και ζύγιζε και έλεγε μόλις τύλιγε …”100 δράμια βαριά-βαριά”.
Τσιφούτης ήταν ποτέ δεν ήταν βαρειά…το κασέρι η φέτα που σου έβαζε και τσόντα τρίμα…”εγώ τι να το κάνω …και εγώ το πληρώνω…”
Δεν μίλαγες ένεκα το τεφτέρι βλέπεις που άντε να βρείς τον άλλο μπακάλη στην κάτω γειτονιά και φτού από την αρχή.
Την πρόσθεση την έκανε σε χρόνο ρεκόρ και πρίν προλάβεις να επαληθεύσεις είχε βγάλει από το αυτί το μελανί μολύβι το έφτυνε για να γράφει ανεξίτηλα στο τεφτέρι.
Σημείωνε το νέο ποσόν και άντε στο καλό.
Στον χασάπη ήταν απλά τα πράγματα…
Βάλε μισή οκά κυμά κατεψυγμένο εμπλουτισμένο με λίπος από τον προηγούμενο πελάτη που είχε πάρει το μοσχαρίσιο φρέσκο και το ήθελε καθαρό.
Το λίπος ήταν …”υγεία”για τα μπακανιάρικα παιδιά μετά τον Εμφύλιο.
Κανένα δράμι βάρος να πάρουν και το πώς δεν είχε σημασία.
Απέναντι στον φούρνο έπαιρνες την οκαδιάρικη καυτή φρατζόλα δεμένη σε σπάγγο για να την κρατάς.
Στο σπίτι σου έκοβαν την κουμούτσα και έβαζαν μέσα το τρίμμα από την φέτα που είχες ψωνίσει.
Discover more from World Reader's Digest
Subscribe to get the latest posts sent to your email.