Με φορτία χαρτονομισμάτων ευρώ που αντιστοιχούσαν σε περίπου 10 νταλίκες σώθηκε η Ελλάδα από το κραχ. Η ζήτηση που παρουσιάστηκε για ρευστό από το ξέσπασμα της κρίσης ως την κορύφωσή της το περασμένο καλοκαίρι απαιτούσε συνεχή τροφοδοσία των τραπεζών με τεράστιες ποσότητες μετρητών από την Τράπεζα της Ελλάδος ώστε να αποφευχθεί το «ατύχημα» που θα τίναζε τη χώρα στον αέρα.
Αρκούσε η αδυναμία μιας τράπεζας να ανταποκριθεί στο αίτημα ενός καταθέτη για να γίνει bank run, δηλαδή να τρέξουν όλοι οι καταθέτες να αποσύρουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες για να τα σώσουν – όπως έγινε στην Αργεντινή – προκαλώντας την κατάρρευση της χώρας. «Αν οι ανάγκες των τραπεζών για τραπεζογραμμάτια δεν είχαν αντιμετωπιστεί πλήρως και αντιθέτως είχε δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι τράπεζες δενήταν σε θέση να εξοφλήσουν τις καταθέσεις του κοινού, θα είχε προκληθεί κατάρρευση της εμπιστοσύνης με δεινές συνέπειες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τις εν γένει προοπτικές της χώρας» επισήμανε ο κεντρικός τραπεζίτης κ. Γ. Προβόπουλος στην ομιλία του κατά τη γενική συνέλευση της Τράπεζας της Ελλάδος την περασμένη Δευτέρα. Τη στιγμή που όλοι έκαναν λόγο για έλλειψη ρευστότητας που πλήττει την αγορά και την ελληνική οικονομία, το ρευστό που κυκλοφορούσε στη χώρα δεν είχε ιστορικό προηγούμενο.
Μόνο που λίμναζε. Τα χρήματα που είχαν οι Ελληνες στο πορτοφόλι τους, σε θυρίδες, χρηματοκιβώτια, σεντούκια, στρώματα ή σε άλλες κρυψώνες ήταν υπερδιπλάσια από αυτά που συνήθως κυκλοφορούσαν στην αγορά. Από τα επίπεδα των 20 δισ. ευρώ που ήταν η αξία των χαρτονομισμάτων σε κυκλοφορία πριν από την κρίση, στην κορύφωσή της, λίγο πριν από τις εκλογές του περασμένου Ιουνίου, εκτινάχθηκε στα 48 δισ. ευρώ! Δηλαδή οι Ελληνες διακρατούσαν 28 δισ. ευρώ μετρητά παραπάνω από το συνηθισμένο. Με όλατα μέτρα πρόκειται για έναιδιαίτερα υψηλό ποσό. Ενώ σύμφωνα με όσα ισχύουν στις ανεπτυγμένες οικονομίες η αξία των χαρτονομισμάτων σε κυκλοφορία αντιστοιχεί στο 6%-8% του ΑΕΠ της χώρας, στην Ελλάδα είχε ξεπεράσει το 25% του ΑΕΠ. Είναι εντυπωσιακό ότι με τόσα μετρητά εκτός τραπεζικού συστήματος δεν υπήρξε έξαρση διαρρήξεων, ληστειών κ.λπ.
Η ζήτηση άρχισε να αυξάνεται σταδιακά από τις αρχές του 2010, χρονιά κατά την οποία η συνολική αύξηση των χαρτονομισμάτων σε κυκλοφορία αυξήθηκε κατά 10 δισ. ευρώ. Αλλά τόσο περίπου αυξήθηκε και το επόμενο έτος, ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2012 η ζήτηση κορυφώθηκε και έφτασε σε 8 δισ. ευρώ.
Μετά τις εκλογές η τάση αντιστράφηκε. Σταδιακά χρήματα άρχισαν να βγαίνουν από τα σεντούκια, τα στρώματα, τα χρηματοκιβώτια και τις άλλες κρυψώνες και επέστρεψαν στις τράπεζες. Από τις εκλογές ως το τέλος του έτους είχαν επιστρέψει 10 δισ. ευρώ. Η τάση συνεχίστηκε και τους πρώτους μήνες του 2013.
Αν και τον Ιανουάριο τα υπόλοιπα των καταθέσεων ήταν μειωμένα κατά περίπου 450 εκατ. ευρώ, ωστόσο όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, η επιστροφή των καταθέσεων συνεχίστηκε. «Η διαφορά που εμφανίζεται στα υπόλοιπα σε σχέση με το τέλος του 2012 οφείλεται στο γεγονός ότι πολλοί σήκωσαν χρήματα για να πληρώσουν τις αυξημένες φορολογικές τους υποχρεώσεις» σημειώνουν τραπεζικές πηγές. Ως πρόσθετο λόγο αναφέρουν ότι «παραδοσιακά, ο Ιανουάριος είναι μήνας πληρωμών για τις επιχειρήσεις, οι οποίες σήκωσαν χρήματα από τους λογαριασμούς τους για να τις εξυπηρετήσουν». Πάντως, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, το ισοζύγιο τον Φεβρουάριο είναι θετικό, καθώς καταγράφεται αύξηση των καταθέσεων, η οποία υπολογίζεται σε περίπου 1,5 δισ. ευρώ.Για να ικανοποιηθεί η ζήτηση για ρευστό είναι προφανές ότι στήθηκε μια τιτάνια επιχείρηση από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Δεν ήταν μόνο η εξεύρεση των μετρητών από άλλες κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης που είχαν περίσσευμα αλλά και η τροφοδοσία του τραπεζικού συστήματος σε όλη τη χώρα ώστε να μην παρουσιαστεί έλλειψη μετρητών σε κανένα κατάστημα που θα μπορούσε να πυροδοτήσει φημολογίες για χρεοκοπία και να οδηγήσει σε bank run.
Για να γίνει αντιληπτός ο όγκος των μετρητών που χρειάστηκαν, τραπεζικές πηγές αναφέρουν ότι ένα τριαξονικό φορτηγό μπορεί να μεταφέρει σε χαρτονομίσματα των 100 ευρώ 2 δισ. ευρώ. Για τα 28 δισ. ευρώ παραπάνω μετρητά που ζήτησαν οι έλληνες καταθέτες απαιτούνται 14 τέτοιες νταλίκες. Αν μάλιστα υπολογίσουμε ότι τα χρήματα που ήλθαν δεν ήταν όλα σε χαρτονομίσματα των 100 ευρώ αλλά και των 5, 20 και 50 ευρώ (η Ελλάδα τυπώνει μόνο χαρτονομίσματα των 10 ευρώ), είναι προφανές ότι ο όγκος του φορτίου είναι πολύ μεγαλύτερος.
Πώς ήλθαν τα χρήματα
Τα χρήματα ήλθαν στην ελληνική αγορά με πτήσεις cargo και διοχετεύθηκαν από το θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας της Ελλάδος στα υποκαταστήματα της κεντρικής τράπεζας σε όλη τη χώρα και από εκεί στις τράπεζες μέσω του δικτύου χρηματαποστολών της Τράπεζας της Ελλάδος το οποίο εργαζόταν υπερωρίες. Οι υπάλληλοι δούλευαν ακόμη και τις νυχτερινές ώρες για να παραδώσουν εγκαίρως τα μετρητά στα τραπεζικά καταστήματα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στην κορύφωση της ζήτησης υπήρχαν ως και 200 τέτοιες αποστολές ημερησίως σε όλη τη χώρα. Το κέντρο των αποστολών αυτών βρισκόταν στα καταστήματα της κεντρικής τράπεζας στις μεγάλες πόλεις όπως Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα κτλ.
Την εποχή εκείνη ήταν σύνηθες το φαινόμενο από καταθέτες που πήγαιναν στις τράπεζες για να κάνουν ανάληψη να ζητούν να έλθουν την επόμενη ημέρα ή ακόμη και τη μεθεπόμενη, όταν η τράπεζα θα είχε εφοδιαστεί με τα ανάλογα ποσά από την κεντρική τράπεζα. Η έκτακτη αυτή κατάσταση απαιτούσε και τη λήψη έκτακτων μέτρων.
Ειδικότερα στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις, όταν η ζήτηση κορυφώθηκε, τραπεζικές πηγές αναφέρουν ότι στην Τράπεζα της Ελλάδος είχαν επεξεργαστεί σχέδια τα οποία προέβλεπαν την επιβολή πλαφόν στις αναλήψεις, που στις ακραίες περιπτώσεις έφτανε ως και 20 ευρώ ανά λογαριασμό ημερησίως. Κάτι τέτοιο, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, θα επέτεινε την αγωνία των καταθετών και θα προκαλούσε ακόμη και πανικό. Από την πλευρά της, πάντως, η Τράπεζα της Ελλάδος διαψεύδει ότι υπήρχαν τέτοια σχέδια.
εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
… αν σας άρεσε το άρθρο μοιραστείτε το με τους φίλους σας απλά πατώντας Like …
Discover more from World Reader's Digest
Subscribe to get the latest posts sent to your email.