Με το αριστούργημα του Τοντ Φίλιπς το Χόλιγουντ για πολλοστή φορά επαναφέρει την Πολιτική στις αίθουσες κινηματογράφου. Ο Τζόκερ είναι μια βαθιά πολιτική ταινία γι’ αυτό και το FBI τοποθέτησε στις αίθουσες της Νέας Υόρκης πράκτορές του για να προλάβει και να καταστείλει αντιδράσεις του κοινού, που θα εμπνευστούν απ’ όσα δείχνει η ταινία.
Ο Τζόκερ είναι ένας κακοποιημένος στην παιδική του ηλικία, ψυχικά διαταραγμένος μεσήλικας σε επαγγελματικό αδιέξοδο. Ακριβώς εδώ παύει η ιστορία του να περιστρέφεται γύρω από μια εξαιρετική περίπτωση. Όλες οι εμπλοκές γύρω από τις οποίες υφαίνεται το σενάριο είναι η καθημερινότητα όλων μας:
Είναι το παρακμιακό και συρρικνούμενο κράτος πρόνοιας που παύει να χορηγεί φάρμακα και ψυχολογική υποστήριξη στους ψυχικά ασθενείς…
Είναι οι πάμφτωχοι συνταξιούχοι καταδικασμένοι να ζουν μέσα στις στερήσεις που εναποθέτουν όλες τις ελπίδες τους σε κάποιο οικονομικό και πολιτικό μεγιστάνα…
Είναι η επίδειξη κυνισμού και η πολιτική μηδενικής ανοχής απέναντι στους φτωχούς, ως υποκατάστατο της κατάργησης του κράτους πρόνοιας…
Είναι η εκπληκτική αντίθεση πλούτου φτώχειας, όπως συμπυκνώνεται από την μια στο φτωχικό διαμέρισμα που κατοικεί ο Άρθουρ Φλεκ και στους βρόμικους, γεμάτους άστεγους δρόμους που περιφέρεται κι από την άλλη στο παλάτι το οποίο κατοικεί φρουρούμενος ο υποψήφιος δήμαρχος Τόμας Γουέιν και στην απαστράπτουσα αίθουσα συναυλιών…
Είναι ο καθημερινός σκυλίσιος ανταγωνισμός στους χώρους εργασίας με τις αλληλοϋπονομεύσεις, τα πισώπλατα μαχαιρώματα και τις προσβολές, που ενίοτε συμπληρώνεται με την υποκρισία…
Είναι η αλητεία των στελεχών της Γουόλ Στριτ που χαρακτηρίζονται ως ευυπόληπτοι πολίτες αλλά ξεδίνουν σε μια μοναχική επιβάτη του μετρό και αμέσως μετά δεν διστάζουν να δείρουν τον Τζόκερ…
Είναι οι χαρισματικοί αλλά αδίστακτοι τηλεαστέρες, δολοφόνοι χαρακτήρα on air, που εξασφαλίζουν τα χειροκροτήματα κατόπιν παραγγελίας της φωτεινής επιγραφής και καλούν στα στούντιο ανυποψίαστους θαυμαστές τους για να γελάσουν μαζί τους.
Είναι η κοινωνικός αυτοματισμός, μέσω των δεκτών μας που διασύρει όποιον απεργεί πολύ περισσότερο αν αυτοί είναι εργάτες στην καθαριότητα, υπό την επίκληση του φόβου για εμφάνιση ασθενειών, κ.α.
Είναι η απάντηση των μεταλλαγμένων γατών απέναντι στην ανύπαρκτη απειλή των μεταλλαγμένων ποντικιών.
Είναι το μίσος ενάντια στους πλούσιους και την αστυνομία που περιμένει να ανάψει μια σπίθα για να μετατραπεί σε πυρκαγιά κι άλλα πολλά.
Ο σκηνοθέτης καθόλου τυχαία τοποθετεί χρονικά την ταινία του στα τέλη της δεκαετίας του ’70, αρχές δεκαετίας ’80, την εποχή της ανόδου του νεοφιλελευθερισμού όταν στις ΗΠΑ εγκαταλείπονται ακόμη κι αυτές οι μικρές προσπάθειες δημιουργίας ενός συνεκτικού κράτους πρόνοιας. Είναι μια εποχή που ακόμη κι αν έκλεισε με την εκλογή του Τραμπ, έγινε για να τη διαδεχθεί μια άλλη, χειρότερη…
Η ταινία είναι ένα αριστούργημα από κάθε άποψη: κουστούμια, μουσική, ήχος, φωτογραφία, διάλογοι. Όλα μαζί υπηρετούν ένα πρωτότυπο σενάριο, που κυρίως όμως είναι βαθιά πολιτικό.
Κι αν τα παραπάνω αποτελούν τη μεγάλη εικόνα, αυτό που κάνει την ταινία ένα πραγματικό έργο τέχνης είναι όλα όσα υποβόσκουν.
Όλα αυτά που σου μεταφέρουν έναν κόμπο στο λαιμό και αισθάνεσαι να σε αφορούν, προσωπικά κι ότι η Γκόθαμ που πνίγεται στα σκουπίδια είναι η δική σου πόλη και ότι το ξερό, άρρωστο γέλιο του Joker που μετατρέπεται σε κλαυθμό, είναι και δικό σου γέλιο.
Είναι ευφυέστατο το σενάριο που χρησιμοποιεί μια πραγματική νόσο (το χωρίς συναισθηματικό ισοδύναμο, γέλιο, είναι παράπλευρο σύμπτωμα της σχιζοφρένειας και άλλων νευρολογικών νόσων) για να καταδείξει μία κοινωνία που νοσεί στο σύνολό της. Που την εξανάγκασαν να γελά, να είναι κωμική ήτοι υποτίθεται να γλεντά τη ζωή.
Ενώ είναι μια κοινωνία που στο εσωτερικό της βρίσκεται σε ανελέητο ταξικό πόλεμο. Και ακόμα χειρότερα. Οι αναπτυγμένες χώρες της Δύσης, οι μητροπόλεις του καπιταλισμού που εξάγουν πόλεμο, καταστρέφονται οι ίδιες, από μόνες τους, σαν να τις τρώνε εσωτερικά, καρκινικά κύτταρα που πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα.
Κι οι άνθρωποι, απελπισμένοι, που τους ζητούν παρά τη δυστυχία που τους έχουν εξαναγκάσει να ζουν, να φορούν τη μάσκα του κλόουν για να επιζήσουν, όταν θα εξεγερθούν ενάντια στην ελίτ που έχει το θράσος να τους ενοχοποιήσει για την ίδια τη φτώχεια που τους έχει ρίξει, θα το κάνει με την ίδια ανελέητη απελπισία που έχει ήδη περιπέσει.
Μέσα σ’ αυτόν τον κοινωνικό και προσωπικό όλεθρο, οι άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να ζουν κάτω από την επιβολή της «αναγκαστικής ευτυχίας»
«Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 έκανε την εμφάνισή της στις ΗΠΑ και μια νέα “επιστήμη της ευτυχίας”, βάση της οποίας αποτελεί η αποκαλούμενη θετική ψυχολογία. Σήμερα, πολλά χρόνια μετά, γιατροί και σύμβουλοι προσωπικής ανάπτυξης (life coaching), διασημότητες τύπου Όπρα Γουίνφρεϊ και πάσης φύσεως ειδικοί, είναι έτοιμοι να μας διδάξουν πώς να είμαστε ευτυχισμένοι.
Το κίνημα της θετικής ψυχολογίας υποστηρίζει πως η ευτυχία αποτελεί αποκλειστικά ζήτημα προσωπικών επιλογών, ότι ο καθένας μπορεί, με την αρωγή των ειδικών και την επεξεργασία των σκέψεων και των συναισθημάτων του, να γίνει ευτυχισμένος και πως μια φυσιολογική ζωή δεν εξαρτάται από την απουσία δυσκολιών και από το πώς αισθάνεται ο καθένας, αλλά από τη διαρκή επιδίωξη να αισθανόμαστε διαρκώς ολοένα πιο ευτυχισμένοι.
Αλλά όπως συμβαίνει και με πολλά άλλα προϊόντα που κυκλοφορούν στην αγορά και προβάλλονται από τους ειδικούς της ευτυχίας, η πρακτική αυτή, αντλεί τη δύναμή της από την υπόσχεση ότι αποτελεί πανάκεια για όλα τα ενδημικά προβλήματα του νεοφιλελευθερισμού. Και επιμένει πως οι ρίζες των προβλημάτων πρέπει να αναζητηθούν στους ανθρώπους και όχι στην κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα».
Τα παραπάνω δεν αποτελούν δικές μας σκέψεις. Είναι αποσπάσματα από τις επιστημονικές απόψεις της διακεκριμένης κοινωνιολόγου Έβα Ιλούζ, καθηγήτριας στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, και του ισπανού ψυχολόγου Έντγκαρ Καμπάνας, συγγραφείς του δοκιμίου Happycratie. Comment l’industrie du bonheur a pris le contrôle de nos vies (Ευτυχιοκρατία – Πώς η βιομηχανία της ευτυχίας ελέγχει τις ζωές μας).
Ο Τζόκερ λοιπόν θα τους κάνει τη χάρη και με το σχηματισμένο με αίμα στόμα του κλόουν θα τους φωνάξει: «Ένα γέλιο θα σας θάψει…»
Όλγα Μοσχοχωρίτου – Λεωνίδας Βατικιώτης {πηγή}
Discover more from World Reader's Digest
Subscribe to get the latest posts sent to your email.