Ευαρεστεί τον Θεό η Λατρεία και η Αφοσίωση σε Λείψανα;

ΤΟ ΑΙΜΑ του «Αγίου Ιανουαρίου», που λέγεται ότι υγροποιείται συνήθως τρεις φορές το χρόνο, είναι ένα από τα πολλά θρησκευτικά λείψανα που υπάρχουν. Το ίδιο και το Σάβανο του Τορίνου, στο οποίο υποτίθεται ότι ήταν τυλιγμένο το σώμα του Ιησού Χριστού. Ανάμεσα στα λείψανα που συνδέονται με τον Ιησού είναι η υποτιθέμενη κούνια του (βρίσκεται σε μια μεγάλη βασιλική στη Ρώμη), το αλφαβητάρι του και πάνω από χίλια καρφιά τα οποία λέγεται ότι χρησιμοποιήθηκαν στην εκτέλεσή του! Τα θρησκευτικά λείψανα περιλαμβάνουν επίσης μερικά κεφάλια του Ιωάννη του Βαφτιστή καθώς και τέσσερα σώματα, σε διάφορα μέρη της Ευρώπης, που λέγεται ότι είναι της «Αγίας Λουκίας».

Ανάμεσα στις πόλεις που είναι ιδιαίτερα διάσημες για τα λείψανα που έχουν είναι η Τριρ στη Γερμανία, όπου φυλάγεται ένας από τους πολλούς «άγιους χιτώνες»—το μονοκόμματο εσωτερικό ένδυμα που φορούσε ο Ιησούς Χριστός. Στην ίδια την Πόλη του Βατικανού υπάρχουν πάνω από χίλια λείψανα σ’ ένα ειδικό φυλακτήριο. Στην κυριολεξία χιλιάδες θρησκευτικά λείψανα φυλάγονται στην εκκλησία της «Αγίας Ούρσουλας» στην Κολωνία της Γερμανίας. Ο κατάλογος θα μπορούσε να συνεχίζεται επ’ άπειρον. Μόνο στην Ιταλία υπάρχουν 2.468 λεγόμενοι άγιοι χώροι με θρησκευτικά λείψανα!

Η ευλάβεια για τα λείψανα χρονολογείται, όπως πιστεύεται, από τον τέταρτο αιώνα της Κοινής μας Χρονολογίας, όπως και η απόδοση λατρευτικού σεβασμού στους «αγίους». Για θρησκευτικούς, οικονομικούς, ακόμα και πολιτικούς λόγους, ο αριθμός των λειψάνων έχει αυξηθεί σταδιακά στο πέρασμα των αιώνων, με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχουν χιλιάδες λείψανα. Η Δεύτερη Σύνοδος του Βατικανού επιβεβαίωσε ότι, «σύμφωνα με την παράδοσή της, η Εκκλησία αποδίδει λατρευτικό σεβασμό στους αγίους και τιμά τα αυθεντικά τους λείψανα και τις εικόνες τους». (Διάταγμα για τη Θεία Λειτουργία [Constitution “Sacrosanctum Concilium” sulla sacra Liturgia] από Τα Πρακτικά της Β΄ Συνόδου του Βατικανού [I Documenti del Concilio Vaticano II], 1980, Έκδοση Παολίνε) «Τα διαπρεπή λείψανα, καθώς επίσης και αυτά που τιμούνται από ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων» αναφέρονται στον Κώδικα του Κανονικού Δικαίου (Codex Iuris Canonici), που εξέδωσε ο Ιωάννης Παύλος Β΄ το 1983. (Κανόνας 1190) Οι Αγγλικανοί και τα μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας τιμούν επίσης τα λείψανα.

Με τόσο πολλά καρφιά που υποτίθεται ότι χρησιμοποιήθηκαν όταν καρφώθηκε ο Χριστός και με τόσα κεφάλια του Ιωάννη του Βαφτιστή που υπάρχουν, είναι φανερό ότι τα θρησκευτικά λείψανα είναι συχνά ψεύτικα. Για παράδειγμα, η χρονολόγηση με ραδιενεργό άνθρακα απέδειξε ότι το Σάβανο του Τορίνου ήταν απάτη. Είναι ενδιαφέρον ότι στη διάρκεια της έντονης διαμάχης που υπήρξε σχετικά μ’ αυτό το 1988, ο πολύ γνωστός παρατηρητής του Βατικανού Μάρκο Τοζάτι ρώτησε: «Αν η μέθοδος επιστημονικής ανάλυσης που χρησιμοποιήθηκε στο Σάβανο εφαρμοζόταν και σε άλλα αντικείμενα στα οποία πολλοί άνθρωποι αποδίδουν αφοσίωση, ποια θα ήταν η ετυμηγορία;»

Προφανώς, κανένα σοφό άτομο δεν θα ήθελε να αποδίδει λατρευτικό σεβασμό σ’ ένα ψεύτικο λείψανο. Αλλά είναι αυτός ο μόνος παράγοντας που πρέπει να εξετάσουμε;

Τι Λέει η Αγία Γραφή;

Η Αγία Γραφή δεν λέει ότι ο ευνοημένος λαός του Θεού, οι αρχαίοι Ισραηλίτες, λάτρευαν θρησκευτικά λείψανα ενώ βρίσκονταν σε δουλεία στην Αίγυπτο. Είναι αλήθεια ότι ο πατριάρχης Ιακώβ πέθανε στην Αίγυπτο και η σορός του μεταφέρθηκε στη γη Χαναάν για να ταφεί «εν τω σπηλαίω τω εν τω αγρώ Μαχπελάχ». Ο γιος του, ο Ιωσήφ, πέθανε επίσης στην Αίγυπτο, και τα οστά του μεταφέρθηκαν τελικά στη Χαναάν για ταφή. (Γένεσις 49:29-33· 50:1-14, 22-26· Έξοδος 13:19) Ωστόσο, οι Γραφές δεν δίνουν καμιά ένδειξη ότι οι Ισραηλίτες λάτρεψαν κάποτε τη σορό του Ιακώβ και του Ιωσήφ ως θρησκευτικά λείψανα.

Σκεφτείτε, επίσης, τι συνέβη στην περίπτωση του προφήτη Μωυσή. Υπό την καθοδηγία του Θεού, αυτός ηγούνταν των Ισραηλιτών επί 40 χρόνια. Κατόπιν, όταν ήταν 120 χρονών, ανέβηκε στο Όρος Νεβώ, είδε τη Γη της Επαγγελίας και πέθανε. Ο Μιχαήλ ο αρχάγγελος φιλονίκησε με τον Διάβολο για το σώμα του Μωυσή, και αποτράπηκε κάθε πιθανή προσπάθεια που ίσως έκανε ο Σατανάς για να το χρησιμοποιήσει ώστε να παγιδέψει τους Ισραηλίτες στη λατρεία λειψάνων. (Ιούδα 9) Αν και λογικά πένθησαν για το θάνατο του Μωυσή, αυτοί ποτέ δεν λάτρεψαν το λείψανό του. Στην πραγματικότητα, ο Θεός το κατέστησε αδύνατον αυτό με το να θάψει τον Μωυσή σ’ έναν τάφο χωρίς κάποιο εξωτερικό σημάδι, σε μια τοποθεσία άγνωστη στους ανθρώπους.—Δευτερονόμιον 34:1-8.

Ορισμένοι υπέρμαχοι της απόδοσης λατρευτικού σεβασμού στα λείψανα παραθέτουν το εδάφιο 2 Βασιλέων 13:21 που λέει: «Ενώ έθαπτον άνθρωπον τινά, ιδού, είδον τάγμα· και έρριψαν τον άνθρωπον εις τον τάφον του [προφήτη] Ελισσαιέ· και καθώς ο άνθρωπος υπήγε και ήγγισε τα οστά του Ελισσαιέ, ανέζησε και εστάθη επί τους πόδας αυτού». Αυτό ήταν ένα θαύμα που περιλάμβανε τα άψυχα οστά ενός από τους προφήτες του Θεού. Αλλά ο Ελισσαιέ ήταν νεκρός και ‘δεν γνώριζε τίποτα’ τη στιγμή που έγινε το θαύμα. (Εκκλησιαστής 9:5, 10) Συνεπώς, αυτή η ανάσταση πρέπει να αποδοθεί στη θαυματουργή δύναμη του Ιεχωβά Θεού, ο οποίος την πραγματοποίησε μέσω του αγίου του πνεύματος, δηλαδή της ενεργούς του δύναμης. Είναι επίσης αξιοσημείωτο πως οι Γραφές δεν αναφέρουν ότι λατρεύτηκαν ποτέ τα οστά του Ελισσαιέ.

Μερικά άτομα στο Χριστιανικό κόσμο υποστηρίζουν την αφοσίωση στα λείψανα λόγω των όσων λέγονται στα εδάφια Πράξεις 19:11, 12, όπου διαβάζουμε: «Ο Θεός έκαμνε δια των χειρών του [αποστόλου] Παύλου θαύματα μεγάλα, ώστε και επί τους ασθενείς εφέροντο από του σώματος αυτού μανδήλια ή περιζώματα και έφευγον απ’ αυτών αι ασθένειαι, και τα πνεύματα τα πονηρά εξήρχοντο απ’ αυτών». Παρακαλούμε προσέξτε ότι ο Θεός ήταν αυτός που επιτελούσε αυτά τα θαύματα μέσω του Παύλου. Ο ίδιος ο απόστολος δεν επιτελούσε τέτοια έργα ανεξάρτητα, και δεν δέχτηκε ποτέ απόδοση λατρευτικού σεβασμού από κανέναν άνθρωπο.—Πράξεις 14:8-18.

Αντίθετη με τις Διδασκαλίες της Αγίας Γραφής

Πράγματι, η αφοσίωση στα θρησκευτικά λείψανα είναι αντίθετη με αρκετές διδασκαλίες της Αγίας Γραφής. Για παράδειγμα, ένας βασικός παράγοντας αυτής της αφοσίωσης είναι η πίστη στην αθανασία της ανθρώπινης ψυχής. Εκατομμύρια ευσεβείς θρησκευόμενοι πιστεύουν ότι οι ψυχές όλων αυτών που έχουν ανακηρυχθεί «άγιοι» και λατρεύονται ως «άγιοι» είναι ζωντανές στον ουρανό. Αυτοί οι ειλικρινείς άνθρωποι προσεύχονται σε τέτοιους «αγίους» επιζητώντας την προστασία τους και ζητώντας τους να μεσολαβήσουν στον Θεό υπέρ του ικέτη. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα μ’ ένα εκκλησιαστικό σύγγραμμα, οι Καθολικοί αποδίδουν στα λείψανα «τη δύναμη της μεσιτείας του Αγίου προς τον Θεό».

Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, όμως, η ανθρώπινη ψυχή δεν είναι αθάνατη. Οι άνθρωποι δεν έχουν ψυχές μέσα τους, οι οποίες είναι αθάνατες και ικανές να ζήσουν χωριστά από το σώμα μετά θάνατο. Αντίθετα, οι Γραφές λένε: ‘Έπλασε Ιεχωβά ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης· και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν’. (Γένεσις 2:7) Αντί να διδάσκει ότι οι άνθρωποι έχουν αθάνατες ψυχές, η Αγία Γραφή λέει: «Η ψυχή η αμαρτήσασα, αυτή θέλει αποθάνει». (Ιεζεκιήλ 18:4) Αυτό εφαρμόζεται σε όλους τους ανθρώπους—περιλαμβανομένων κι εκείνων που αργότερα ανακηρύχθηκαν «άγιοι»—επειδή όλοι μας έχουμε κληρονομήσει την αμαρτία και το θάνατο από τον πρώτο άνθρωπο, τον Αδάμ.—Ρωμαίους 5:12.

Η αφοσίωση στους «αγίους» πρέπει να αποφεύγεται επειδή αυτοί ποτέ δεν εξουσιοδοτήθηκαν να μεσιτεύουν στον Θεό για κανέναν. Ο Ιεχωβά Θεός έχει αποφασίσει ότι μόνο ο Γιος του, ο Ιησούς Χριστός, μπορεί να το κάνει αυτό. Ο απόστολος Παύλος είπε ότι ο Ιησούς «πέθανε για μας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά κι αναστήθηκε και βρίσκεται τώρα στα δεξιά του Θεού, όπου μεσολαβεί για μας».—Ρωμαίους 8:34, ΝΔΜ· παράβαλε Ιωάννης 14:6, 14.

Άλλος ένας λόγος για να αποφεύγουμε την αφοσίωση στους «αγίους» και στα θρησκευτικά λείψανα τα οποία συνδέονται μ’ αυτούς βρίσκεται σ’ αυτό που αναφέρει η Αγία Γραφή για την ειδωλολατρία. Μια από τις Δέκα Εντολές που δόθηκαν στους Ισραηλίτες δήλωνε: ‘Μη κάμης εις σεαυτόν είδωλον, μηδέ ομοίωμά τινος, όσα είναι εν τω ουρανώ άνω, ή όσα εν τη γη κάτω, ή όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης· μη προσκυνήσης αυτά μηδέ λατρεύσης αυτά· διότι εγώ Ιεχωβά ο Θεός σου είμαι Θεός ζηλότυπος [που απαιτεί αποκλειστική αφοσίωση, ΜΝΚ]’. (Έξοδος 20:4, 5) Αιώνες αργότερα, ο απόστολος Παύλος είπε στους συγχριστιανούς του: «Αγαπητοί μου, φεύγετε από της ειδωλολατρείας». (1 Κορινθίους 10:14) Παρόμοια, ο απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Τεκνία, φυλάξατε εαυτούς από των ειδώλων».—1 Ιωάννου 5:21.

Ο σεβασμός γι’ αυτούς που έχουν ανακηρυχθεί «άγιοι» και για τα θρησκευτικά λείψανα, συνεπώς, δεν υποστηρίζεται από την Αγία Γραφή. Εντούτοις, μερικοί άνθρωποι επιθυμούν να υπάρχει κάτι που να θεωρείται άγιο, το οποίο να είναι ορατό, απτό και να έχει, υποτίθεται, σωτήρια δύναμη. Μάλιστα, πολλοί πιστεύουν ότι τα θρησκευτικά λείψανα είναι ένας ορατός κρίκος σε μια αλυσίδα που συνδέει τον ουρανό και τη γη. Παρακαλούμε σκεφτείτε για λίγο αυτό το σημείο.

Ένα άτομο με το να βλέπει και να αγγίζει θρησκευτικά λείψανα δεν ενεργεί σε αρμονία με τα λόγια του Ιησού σχετικά με τη λατρεία που επιθυμεί ο Θεός. Ο Ιησούς είπε: ‘Έρχεται η ώρα, και ήδη είναι, όταν οι αληθινοί λάτρεις θα λατρεύουν τον Πατέρα με πνεύμα και αλήθεια, επειδή, πραγματικά, ο Πατέρας ζητάει να τον λατρεύουν τέτοιοι άνθρωποι. Ο Θεός είναι Πνεύμα, και εκείνοι που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με πνεύμα και αλήθεια’. (Ιωάννης 4:23, 24, ΜΝΚ) Ο Ιεχωβά Θεός είναι «Πνεύμα», αόρατος στα ανθρώπινα μάτια. Το να τον λατρεύουμε ‘με πνεύμα’ σημαίνει ότι η δική μας ιερή υπηρεσία στον Θεό υποκινείται από μια καρδιά γεμάτη αγάπη και πίστη. (Ματθαίος 22:37-40· Γαλάτας 2:16) Δεν μπορούμε να λατρεύουμε τον Θεό ‘με αλήθεια’ αποδίδοντας λατρευτικό σεβασμό σε λείψανα, αλλά μόνο με το να απορρίπτουμε τα θρησκευτικά ψεύδη, μαθαίνοντας ποιο είναι το θέλημά του όπως αυτό αποκαλύπτεται στην Αγία Γραφή, και με το να εκτελούμε αυτό το θέλημα.

Δεν είναι να απορεί κανείς, λοιπόν, που ο λόγιος Τζέιμς Μπέντλεϊ αναγνωρίζει ότι ‘οι αρχαίοι Εβραίοι δεν απέδιδαν λατρευτικό σεβασμό σε λείψανα’. Αναφέρει, επίσης, ότι στη διάρκεια των τεσσάρων αιώνων από το θάνατο του Στέφανου έως την εκταφή του σώματός του από τον Λουκιανό, η στάση των Χριστιανών απέναντι στα λείψανα είχε αλλάξει εντελώς. Μέχρι τον πέμπτο αιώνα Κ.Χ., ωστόσο, η αποστατική Χριστιανοσύνη είχε ήδη πάψει να προσκολλιέται στις ξεκάθαρες διδασκαλίες της Αγίας Γραφής σχετικά με την ειδωλολατρία, την κατάσταση των νεκρών και το ρόλο του Ιησού Χριστού ως εκείνου που «μεσολαβεί για μας».—Ρωμαίους 8:34, ΝΔΜ· Εκκλησιαστής 9:5· Ιωάννης 11:11-14.

Αν επιθυμούμε η λατρεία μας να ευαρεστεί τον Θεό, πρέπει να βεβαιωθούμε ότι δεν σχετίζεται με κανένα είδος ειδωλολατρίας. Για να γίνει αποδεκτή, η λατρεία μας πρέπει να αποδίδεται στον Δημιουργό, τον Ιεχωβά Θεό, όχι σε κάποιο λείψανο ή πλάσμα. (Ρωμαίους 1:24, 25, ΜΝΚ· Αποκάλυψις 19:10) Πρέπει, επίσης, να αποκτήσουμε ακριβή γνώση της Αγίας Γραφής και να οικοδομήσουμε ισχυρή πίστη. (Ρωμαίους 10:17· Εβραίους 11:6) Και αν περπατάμε στην οδό της αληθινής λατρείας, θα ενεργούμε σε αρμονία με τις συντριπτικές Γραφικές αποδείξεις που δείχνουν ότι η αφοσίωση στα λείψανα δεν ευαρεστεί τον Θεό.

*** w91 15/11 σ. 4-6 ***


Discover more from World Reader's Digest

Subscribe to get the latest posts sent to your email.

Recommended For You

Discover more from World Reader's Digest

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading