Σαν ψέμα μοιάζει εν έτει 2020 να εμφανίζεται μια τόσο «αρχαία» και πανοραμική εικόνα της Αθήνας, που παλεύει από οθωμανικό χωριό να γίνει ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Σαν ψέμα μοιάζει, αν όχι σαν θαύμα, να παρακολουθούμε τρεις ανθρώπους να κάθονται πάνω στην πρωτόλεια κυκλική διαμόρφωση της σημερινής πλατείας Κοτζιά, με την Ομόνοια από πίσω να είναι ακόμη πεδιάδα. {πηγή }
Όμως δεν είναι ψέμα χάρη στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας που τον Φεβρουάριο του 2020 ψηφιοποίησε σε τεράστια ανάλυση ένα άγνωστο άλμπουμ κάμποσων αθηναϊκών φωτογραφιών [Recueil de photographies d’ Athènes et ses antiquités, offert au prince impérial] που μοιάζουν με μακέτες από ένα μετα-αποκαλυπτικό φιλμ. Σε πρώτη φάση θα ασχοληθούμε με μία εξ αυτών, σπάζοντάς την σε αρκετά μικρά κομμάτια, εποπτεύοντας λεπτομερώς την μέχρι πρότινος αθέατη γεωγραφία της Αθήνας, 25 περίπου χρόνια μετά την ανακήρυξή της ως πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους.
Δεν ξέρουμε ούτε τον φωτογράφο ούτε και τη χρονολογία. Είναι όμως σαφές πως είναι ανεβασμένος στην Ακρόπολη και φωτογραφίζει προς βορρά. Ο τρούλος του τζαμιού του Τζισταράκη που στέκει ως ορόσημο μέχρι τις μέρες μας στην πλατεία Μοναστηρακίου αχνοφαίνεται στην κάτω αριστερή γωνία της φωτογραφίας μας. Μπροστά του ο ναός της Παναγίας Παντάνασσας με το παλιό ψηλόλιγνο καμπαναριό. Βρισκόμαστε οπωσδήποτε Ερμού και Αθηνάς γωνία.
Ας διασχίσουμε την Αθηνάς, λοιπόν, μέχρι τέλους να δούμε πού θα μας βγάλει ο χωμάτινος δρόμος: Έναν ακανόνιστο μαχαλά αντικρύζουμε με κολλημένες στέγες. Αραγμένες άμαξες με άλογα στέκονται μπροστά από κατώφλια φτωχικών σπιτιών και παράγκων. Γειτονιά καραγωγέων και χαμάληδων για να εμπνέουν τον Παπαδιαμάντη, που την στιγμή της φωτογραφίας πηγαίνει στο δημοτικό σχολείο της Σκιάθου. Κάποιοι καροτσιέρηδες εμφανίζονται εν μέσω εργασίας να κουβαλούν πράγματα μέσα στο μεσημεριανό λιοπύρι. Δεν είναι τυχαίο το παρατσούκλι της περιοχής εκείνα τα χρόνια: «στις καρότσες». Τριγύρω, τα απλωμένα ασπρόρουχα επιβάλλονται στο σκηνικό. Ξέρουμε πού ακριβώς βρισκόμαστε. Η εκκλησία του αγίου Δημητρίου στα αριστερά (ανέγερση 1845), με το σχεδόν απαράλλαχτο στις μέρες μας καμπαναριό, παραπέμπει με βεβαιότητα στη συνοικία του Ψυρρή και στις κρυμμένες οδούς Παλλάδος, αγίου Δημητρίου, Καλαμίδα κ.λπ.
Συνεχίζοντας την οδό Αθηνάς διακρίνουμε να διακόπτεται αρκετά σύντομα χωρίς να φτάνει το σημερινό μέγεθός της. Φαίνεται πως δεν έχει ακόμη χαρακτεί ολόκληρη. Πού βρισκόμαστε όμως; Το γιγαντιαίο για την εποχή κτίριο που επιβάλλεται στα αριστερά της φωτογραφίας (δυτικά της Αθηνάς) μπορεί να μας κατατοπίσει με ακρίβεια, ύστερα από την ταυτοποίηση που κάναμε. Πρόκειται για το Βαρβάκειο Λύκειο που κατεδαφίστηκε την δεκαετία του 1940, μετά και τις μεγαλές καταστροφές κατά τα Δεκεμβριανά. Σταθήκαμε τυχεροί καθώς εδώ το βλέπουμε να βρίσκεται στις σκαλωσιές. Σύμφωνα με τα ιστορικά εγχειρίδια, το συγκεκριμένο κτίριο ανεγέρθηκε το 1857-1859 στο οικοδομικό τετράγωνο: Αθηνάς – Αρμοδίου – Σωκράτους και Αριστογείτονος, άρα διαπιστώνουμε με βεβαιότητα πως η φωτογραφία τραβήχτηκε μέσα στο διάστημα αυτό -ίσως 1858-59 αν κρίνουμε από την πρόοδο των εργασιών. Στην δεξιά πλευρά της φωτογραφίας (ανατολική πλευρά της Αιόλου) διακρίνεται ένα ακόμη ιδιαίτερο κτίριο, με τρύπια στέγη στο κέντρο. Δεν έχει ταυτοποιηθεί. Πάντως ο όγκος των σπιτιών μπροστά του βρίσκονται στο σημερινό χώρο της Βαρβάκειου Αγοράς.
Αν τώρα ανηφορίσουμε τον δρόμο που διακόπτει την πορεία της οδού Αθηνάς, δηλαδή ανεβούμε την οδό Σοφοκλέους, άλλη μια έκπληξη μας περιμένει. Αντικρύζουμε τις εκτάσεις της σημερινής πλατείας Κοτζιά, πολύ πριν πάρει το όνομά της, πολύ πριν χτιστεί το Δημαρχείο της Αθήνας. Μια κυκλική πετρώδης διαμόρφωση φορτίζει ιστορικά το βλέμμα μας. Τρεις άνθρωποι καθιστοί συνομιλούν και γεύονται τον αθηναϊκό ήλιο στην αποκαλούμενη επισήμως τότε πλατεία Λουδοβίκου (και ανεπισήμως «στα κανόνια» αφού μέχρι πρότινος υπήρχαν εκεί πυροβόλα του ελληνικού βασιλείου). Δεν έχουν ιδέα πως ακριβώς κάτω από τα πόδια τους βρίσκεται η αχαρνική οδός που θα αποκαλυφθεί σε ανασκαφές στα τέλη του 20ου αιώνα. Γνωρίζουν όμως καλά πως μπροστά τους περνάει η νεοχαραχθείσα οδός Αιόλου. Η σκιά που πέφτει στον χωμάτινο δρόμο στο ύψος που κάθονται οι άνθρωποι, προέρχεται από το «Ξενοδοχείο της Αγγλίας», το οποίο σήμερα έχει ενσωματωθεί στο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας. Εκεί βρήκε κατάλυμα ο Γκουστάβ Φλωμπέρ -8 χρόνια πριν από την στιγμή που αντικρύζουμε- κατά την διάρκεια του ταξίδιού του στην Ελλάδα, το οποίο τον γοήτευσε. Εκεί ακριβώς δηλαδή που έγιναν οι σφοδρές και αιματηρές εμφύλιες μάχες τον Ιούνιο του 1863. Σε όλη αυτήν την αχανή έκταση μεταξύ Αθηνάς και Αιόλου παρατηρούνται λιθοσωροί, όπως αυτός ο κυκλικός που κάθονται οι τρεις άνθρωποι, και ίσως παραπέμπουν στα θεμέλια του υπό ανέγερση θεάτρου του Καμπούρογλου, ή απλώς στον καθαρισμό/εκβραχισμό της έκτασης για τον σκοπό αυτό. Όπως είπαμε, βρισκόμαστε γύρω στο 1858-59 και σύμφωνα με τον Γιάννη Καιροφύλλα (Η Αθήνα στου Όθωνα τα χρόνια) «στις 22 Δεκεμβρίου του 1857 μπήκαν τα θεμέλια του θεάτρου παρουσία του βασιλιά Όθωνα, αλλά και πάλι δεν προχώρησε η ανέγερση». Έκτοτε «τα πρώτα θεμέλια του κτηρίου θα παραμείνουν εκτεθειμένα» (Α. Ξεπαπαδάκου: Δημοτικό Θέατρο Αθηνών: τα πρώτα χρόνια, περ. ΑΡΙΑΔΝΗ, τόμος 18). 30 χρόνια μετά θα χτιστεί στο σημείο το Δημοτικό Θέατρο Αθηνών με την γνωστή καταραμένη του ιστορία.
Ας περπατήσουμε την οδό Αιόλου (Αιολική οδό) του 1858-59 μέχρι να πέσει πάνω στην Ερμού (Ερμαϊκή οδό). Καταρχάς, ο ανακαινισμένος ναός της αγίας Ειρήνης με τις βυζαντινές επιδράσεις του πρωταγωνιστεί. Δίπλα της το ξενοδοχείο «Βύρων» να την ατενίζει. Λίγο πιο μπροστά φαίνεται ο τρούλος της ερειπωμένης τότε Χρυσοσπηλιώτισσας. Τα δέντρα που φαίνονται πρέπει να ανήκουν στον περιβάλλοντα χώρο της. Η σκιά που ρίχνουν πέφτει πάνω στο «γλυκισματοποιείον» του Σπυρίδωνα Παυλίδη που από το 1841 βρίσκεται Αιόλου και Βύσσης). Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως βρισκόμαστε στο κέντρο της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής της Αθήνας. Έπειτα προκαλεί εντύπωση πως όλα τα σπίτια φαίνονται νεόδμητα, σε αντίθεση με την οδό Αθηνάς. Αυτό οφείλεται στο γεγονός πως κατά την διάνοιξή της, και σύμφωνα με το όραμα της Οθωνούπολης, θεσπίστηκαν ειδικοί όροι δομήσης. Σύμφωνα με αυτούς, η ανέγερση διώροφων κτιρίων στην Αιόλου ήταν υποχρεωτική, σε αντίθεση με την οδό Αθηνάς που είδαμε πριν. Επίσης, τα ισόγεια σχεδόν όλων των κτιρίων χρησιμοποιήθηκαν για την λειτουργία εμπορικών καταστημάτων και καφενείων, κάτι, άλλωστε, που γίνεται σαφές από τις αρκετές φιγούρες που βλέπουμε να συνομιλούν μεταξύ τους. Βρισκόμαστε στην περίοδο που το αντιοθωνικό κλίμα γιγαντώνεται και θα οδηγήσει στην εκθρόνισή του το 1862. Πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτό θα παίξει ένα καθοριστικό καφενείο στη συμβολή της Αιόλου με την Ερμού, που μέχρι πρότινος αγννούσαμε την εικόνα του. Εδώ μας φανερώνεται εν δράσει: Καφενείον «Η Ωραία Ελλάς».
Εντυπωσιακό φωτογραφικό καρέ κατά το οποίο εμφανίζονται δύο ιστορικές γωνίες της παλιάς Αθήνας, πάνω στις οποίες βρισκόντουσαν δύο ιστορικά καφενεία της εποχής. Μπροστά μας η συμβολή Μητροπόλεως και Αιόλου και πίσω της η Ερμού με την Αιόλου. Όσον αφορά τη δεύτερη γωνία, την πιο πολυσύχναστη γωνία της Αθήνας εκείνη την εποχή, πράγματι βλέπουμε στο σημείο να στέκονται άνθρωποι. Βρίσκονται στην είσοδο του καφενείου «Η Ωραία Ελλάς» (οικία Βρυζάκη) η οποία αποτελούσε το κέντρο της πολιτικής ζωής επί 40 χρόνια. Ένα στέκι της διανόησης και των δημοκρατικών Αθηναίων. Από εδώ άρχιζαν ή κατέληγαν διάφορες κινητοποιήσεις, όπως για παράδειγμα τα Σκιαδικά που οδήγησαν σε σκληρές συγκρούσεις ανάμεσα σε φοιτητές και αστυνομία. Εδώ σύχναζε και ο κύκλος των ρομαντικών ποιητών της εποχής. Η αντιμοναρχικότητα των θαμώνων ήταν τέτοια που το καφενείο σφραγίστηκε το 1862 λόγω των ακραίων ιδεών που διακινούνταν, προκαλώντας μεγάλες αντιδράσεις. Στην μπροστινή γωνία, Μητροπόλεως και Αιόλου, το κτίριο που αντικρύζουμε ταυτοποιείται με το σπίτι του αγωνιστή του 1821 Τζαβέλλα. Στο ισόγειο με τις καμάρες (ή στο υπόγειο κατά άλλους) λειτουργεί το ιστορικό «Καφενείο των Αγωνιστών». Θα πρέπει να το φανταστούμε γεμάτο με φουστανελοφόρους του απελευθερωτικού αγώνα να ρουφούν το ναργιλέ τους παίζοντας πρέφα, προφανώς εξιστορώντας τα κατορθώματά τους.
Αν επιστρέψουμε προς τα πίσω και ξαναδούμε τους ανθρώπους να κάθονται στην πλατεία Κοτζιά ένα εύλογο ερώτημα θα γεννηθεί: πού βρίσκεται η πλατεία Ομονοίας; Ή έστω η πλατεία του Όθωνα για να συμβαδίσουμε με την εποχή; Πουθενά, είναι η απάντηση, όσο κι αν τα πολεοδομικά σχέδια των Κλεάνθη και Σάουμπερτ το 1832 αλλά και του Κλέντσε λίγο αργότερα, προσπαθούσαν για το αντίθετο. Το αδειανό χωράφι περιμένει καρτερικά το 1863 που μετά την έξωση του Όθωνα τα δύο πολιτικά στρατόπεδα της εποχής, οι Ορεινοί και οι Πεδινοί, εκεί θα δώσουν προσωρινά όρκο «ομονοίας» μεταξύ τους και ύστερα όλα θα πάρουν τον δρόμο τους. Μια βραχώδης ζώνη στα αριστερά πάνω σε ένα υπερυψωμένο πλάτωμα πιστοποιείται στις μέρες μας με το κατηφόρισμα που κάνει η οδός 3η Σεπτεμβρίου και ο πεζόδρομος της Κοτοπούλη. Σε κάθε περίπτωση η ερημική εικόνα της πλατείας Ομονοίας ως ένα χορτολίβαδο έλειπε από την εικονογραφική συνείδησή μας.
Ο περιβόητος και πιο φορτισμένος δρόμος της ελληνικής ιστορίας, εδώ αντικρύζεται ανάλαφρος από τα μεταγενέστερα ιστορικά του βάρη. Είναι ένας δρόμος που οδηγεί απλώς στην εξοχή τους πρώτους αθηναίους. Που ευαγγελίζεται την απόδραση από το πρώιμο αστικό περιβάλλον. Ταυτισμένη από γεννησιμιού της με την θλιμμένη ουτοπία. Εντωμεταξύ, δεξιά κι αριστερά, απεράντες εκτάσεις ξερού εδάφους. Η άδεια οικοδόμησης για το Πολυτεχνείο θα βγει το 1962 οπότε θα αρχίσει να ανοίγεται και η οδός Στουρνάρη που κρύβεται για την ώρα στα σπαρτά. Άν δεν ήταν ηλιόλουστη μέρα και έβρεχε, ίσως να βλέπαμε και τον χείμαρρο του Κυκλόβορου να κατεβαίνει από τα Τουρκοβούνια, να διασχίζει κάθετα την Πατησίων στο ύψος της σημερινής Μάρνης (ίσως φαίνεται το αποτύπωμα του ρέματος πίσω από την βραχώδη έκταση της Ομόνοιας) για να καταλήξει στην πλατεία Βάθης.
Σύμφωνα με τον Κώστα Μπίρη ο Κυκλόβορος λίμναζε στην πλατεία Βάθης, της οποίας «βάθαινε» το έδαφος για αυτό το λόγο. Εκεί ακριβώς, συνεχίζει ο Μπίρης, συναντιόντουσαν δύο δρόμοι: ο ένας οδηγούσε στο Μενίδι (Αχαρνών) και ο άλλος στα Λιόσια (Λιοσίων). Πράγματι, η φωτογραφία το επιβεβαιώνει περίτρανα, υποδηλώνοντας σε μας και το γεωγραφικό στίγμα της συνοικίας. Βλέπουμε την Αχαρνών να σχηματίζει ένα πέταλο μαζί με τη Λιοσίων, που τα άκρα του χάνονται στο βάθος του αθηναϊκού, γεμάτου ιερότητα ελαιώνα (με τα σχεδόν 100.000 ελαιόδεντρα να στέκουν εκεί από την αρχαιότητα ως τις αρχές του «θαυματουργού» 20ου αιώνα). Μπροστά μας, στην αρχή του πέταλου που αναφέραμε, ορθώνεται μια υπερμεγέθης οικίας εντός ενός γιγαντιαίου κτήματος. Πρόκειται για το μέγαρο του ηγεμόνα της Μολδαβίας Μιχαήλ Βόδα Σούτσου, που όταν έφτασε στην Ελλάδα εγκαταστάθηκε σαν ερημίτης σε αυτήν την περιοχή, αγοράζοντας μία μεγάλη έκταση την οποία διαμόρφωσε σε κήπο.
Ένα κρίσιμο ερώτημα είναι κατά πόσο η όψη του μεγάλου τριώροφου κτιρίου που εμφανίζεται στα αριστερά αποτελεί την μοναδική αποτύπωση σε φωτογραφία του περίφημου θεάτρου Μπούκουρα, δηλαδή του πρώτου λιθόκτιστου θεάτρου στην Αθήνα, που βρισκόταν επί της οδού Μενάνδρου και εν μέσω διαμαρτυριών κατεδαφίστηκε το 1897. Η απάντηση ναι λαμβάνει εξόχως ισχυρές πιθανότητες αν λάβουμε υπόψη μας τον σωματότυπο του κτιρίου που διαθέτουμε σε διάφορα σκίτσα αλλά και από το γεγονός πως εκεί φωλιάζει σήμερα η πλατεία Θεάτρου.
Related