Ο Ιπποκράτης Ιγνατιάδης γεννήθηκε στη Σινασό της Καππαδοκίας. Η Σινασός ήταν μια καθαρά ελληνική πόλη με ελάχιστους Τούρκους, ενώ οι κάτοικοί της τηρούσαν με ευλάβεια όχι μόνο τα θρησκευτικά τους ήθη, αλλά και ακέραιο το εθνικό τους φρόνημα. Στη Σινασό όλοι μιλούσαν και συναναστρέφονταν στα ελληνικά και δεν υπήρχε καμιά διαφορά με οποιαδήποτε πόλη της Ελλάδας.
Δυστυχώς ακολούθησαν οι ανταλλαγές πληθυσμών του 1924 και ο μικρός Ιπποκράτης -πρόσφυγας πλέον- έφτασε στον Πειραιά. Λίγο πριν εγκαταλείψει για πάντα τη Σινασό, έχασε τον πατέρα του. Η μοίρα στάθηκε σκληρή για τον μικρό σε ηλικία Ιπποκράτη, καθώς άφησε πίσω του για πάντα τη γη που γεννήθηκε, το σπίτι του αλλά και τον ίδιο τον πατέρα του. Μαζί με τη μητέρα του και τα άλλα μεγαλύτερα στην ηλικία αδέλφια του, εγκαταστάθηκαν στον Πειραιά στην οδό Αποστόλη. Με τα χρόνια αγάπησε τον Πειραιά, την πόλη που εγκαταστάθηκε, και ήταν σίγουρο πως εάν είχε την ευκαιρία θα αναπτυσσόταν επαγγελματικά, καθώς η πρόοδος και η ανάπτυξη ήταν ένα από τα βασικά γνωρίσματα όλων των Σινασιτών προσφύγων.
Όμως η ευκαιρία αυτή δεν του δόθηκε, καθώς ο πόλεμος του ’40 κτύπησε και σε εκείνον τη πόρτα, όπως και σε όλους τους Έλληνες της γενιάς του. Μόλις που είχε προλάβει να τελειώσει το Πανεπιστήμιο στο οποίο είχε σπουδάσει οικονομικά. Κατατάχθηκε με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού και αμέσως στάλθηκε στην πρώτη γραμμή.
Ο Ιπποκράτης Ιγνατιάδης πολέμησε – πραγματικό παλικάρι – στα βουνά της Αλβανίας. Έλαβε μέρος σε μάχες κατά τις οποίες πολλοί σύντροφοί του έχασαν τη ζωή τους. Εκείνος κατάφερε μέχρι τέλους, όχι μόνο να επιβιώσει από τον πόλεμο και τις κακουχίες του, αλλά και να τιμηθεί για την πολεμική του δράση.
Αναχώρηση για το μέτωπο.
Επέστρεψε πεζός από το μέτωπο μέχρι τον Πειραιά, γεμάτος αγωνία καθώς ήταν γνωστό ότι ο Πειραιάς από την πρώτη μέρα της γερμανικής επέμβασης είχε βομβαρδιστεί σκληρά. Όχι μόνο εκείνος, αλλά όλοι οι μαχητές του μετώπου που επέστρεφαν στον Πειραιά είχαν την ίδια αγωνία, καθώς η μεγάλη έκρηξη του Κλάν Φράιζερ, του φορτωμένου πλοίου με ΤΝΤ, είχε στην κυριολεξία ισοπεδώσει τη πόλη σε μεγάλη ακτίνα. Θα βρουν ζωντανούς τους δικούς τους; Το σπίτι τους;
Με την επιστροφή η ζωή συνεχίστηκε από εκεί ακριβώς που ο πόλεμος είχε επιβάλλει τη δική του διακοπή. Εργασία σε λογιστικό γραφείο, χωρίς να λείπουν και οι στιγμές εκείνες της νιότης. Νέος, όμορφος και τολμηρός στις σχέσεις του, έκανε πολλά κορίτσια της γενιάς του να επιδιώκουν την προσοχή του.
Ο Πειραιάς τώρα βομβαρδιζόταν όχι πια από τους Γερμανούς αλλά από τους συμμάχους. Σπουδαίο λιμάνι της Ανατολικής Μεσογείου, τέθηκε στο στόχαστρο των βομβαρδισμών καθώς διαμέσου αυτού, ετροφοδοτείτο ο Ρόμελ και τα Africa Corps στην Βόρεια Αφρική. Το σπίτι του Ιπποκράτη, στη οδό Αποστόλη, βρέθηκε ξαφνικά σε ζώνη υψηλού κινδύνου, όπως και οι περισσότερες συνοικίες της πόλης, καθώς οι περισσότερες οικιστικές ζώνες στον Πειραιά αναπτύχθηκαν αγκαλιάζοντας στην κυριολεξία το εμπορικό λιμάνι.
Πολλοί Πειραιώτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, μεταξύ των οποίων και ο Ιπποκράτης, που μαζί με τα αδέλφια του και τη μητέρα του, ανέβηκαν στην Αθήνα, καθώς ήταν “ανοχύρωτη” πόλη. Δεύτερη φορά πρόσφυγας ο Ιγνατιάδης, μετακόμισε στην οδό Λουίζης Ριανκούρ. Οι Πειραιώτες την περίοδο εκείνη καταγράφηκε ότι έφυγαν προς εβδομήντα διαφορετικούς προορισμούς!
Κι αν η μετανάστευση αυτή αν γινόταν για κάποιους οργανωμένα, για άλλους δεν δόθηκε ούτε αυτή η μικρή “πολυτέλεια”, καθώς αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους βιαστικά και να αναζητήσουν στέγη μέσα στη νύχτα, αφήνοντας πίσω τους όχι μόνο συντρίμμια αλλά και μέλη των οικογενειών τους που θάφτηκαν κάτω από τόνους ερειπίων. Ήταν οι θλιβερές πομπές τωνβομβοπλήκτων που ανέβαιναν μετά από κάθε βομβαρδισμό την οδό Πειραιώς, σέρνοντας πίσω τους, καροτσάκια, μωρά και μπόγους από ρούχα. Αναζητούσαν προσωρινό κατάλυμα στον υπόγειο σταθμό της Ομόνοιας, σε πάρκα και πλατείες, μέχρι κάποιο σπίτι Αθηναίου ανοίξει για φιλοξενία, έστω και με χαρτί επίταξης δωματίου.
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι το “πεπρωμένον φυγείν αδύνατον”, στην ειμαρμένη, που ο άνθρωπος με δικές του δυνάμεις είναι αδύνατον να αποφύγει. Προς το μεσημέρι της 11ης Ιανουαρίου του 1944, ο Πειραιάς βομβαρδίστηκε σκληρά από αμερικανικά στην αρχή βομβαρδιστικά. Ακολούθησαν δύο ακόμη βομβαρδισμοί την ίδια ημέρα, από τους Άγγλους αυτή την φορά, που αν και δεν ήταν τόσο ισχυροί όσο ο αμερικανικός πρώτος βομβαρδισμός, εν τούτοις προξένησαν μεγάλες απώλειες, καθώς “έπιασαν” τον κόσμο στους δρόμους να βοηθά στον απεγκλωβισμό εκείνων που ήταν θαμμένοι ζωντανοί μέσα στα χαλάσματα.
Η Αγία Τριάδα βομβαρδισμένη
Δεν υπήρξε Πειραιώτης την ημέρα εκείνη, την 11η Ιανουαρίου, που δεν μετάνοιωσε για την επιλογή του να μείνει σε μια πόλη, που δεν ήταν πλέον πόλη, αλλά μια τεράστια φονική παγίδα. Μακάριοι εκείνοι που είχαν αποφασίσει να φύγουν προβλέποντας τον χαλασμό του λιμανιού. Μακάριοι και τυχεροί, τουλάχιστον οι περισσότεροι από αυτούς που έφυγαν από τον Πειραιά.
Μια βόμβα, εγκαταλείποντας την κοιλιά του τεραστίου σε μέγεθος ιπτάμενου φρουρίου, δεν έπεσε στον Πειραιά, αλλά στην οδό Λουίζης Ριανκούρ. Ακριβώς εκεί όπου κοιμόταν ο Ιπποκράτης Ιγνατιάδης δίπλα στον αδελφό του Σταύρο. Τους χώριζε μια ενδιάμεση ντουλάπα και μόνο. Ωστόσο αυτή η ντουλάπα, έγινε αιτία ώστε ο ένας αδελφός να ζήσει και ο άλλος να πεθάνει. Εκείνος που επέζησε, ήταν ο Σταύρος, ο οποίος βγήκε πραγματικά αλώβητος από τα συντρίμμια, ενώ ο ανθυπολοχαγός ο ήρωας της Αλβανίας Ιπποκράτης χάθηκε για πάντα.
Δεν γνωρίζω ποία είναι η δύναμη εκείνη που κινεί την μοίρα των ανθρώπων. Δεν γνωρίζω εάν κάποιος από ψηλά παίζει με τους ανθρώπους, όπως παίζουμε εμείς με τη φωτιά εντός τζακιού που άλλοτε επιλέγουμε να την τροφοδοτούμε με μεγάλα καυσόξυλα και άλλοτε με μικρά και ασήμαντα κλαδάκια, που τυχαία παίρνουμε από το σωρό. Πόσες πιθανότητες άραγε η στατιστική επιστήμη θα έδινε, ώστε η μοναδική βόμβα που έπεσε κατά λάθος μακριά από τον Πειραιά, να σκοτώσει Πειραιώτη; Αλήθεια πόσες;
Η ιστορία του Πειραιά, βρίσκεται ξεχασμένη στα μπαούλα των σπιτιών μας. Ο Σταύρος Ιγνατιάδης ο αδελφός του Ιπποκράτη που επέζησε, προχώρησε τη ζωή του, αποφεύγοντας να μιλήσει για αυτό το παράξενο παιχνίδι της ιστορίας. Μα όταν κάποτε έφτασε να δημιουργήσει οικογένεια, έδωσε στο παιδί του το όνομα του αδικοχαμένου αδελφού του. Στον σημερινό Ιπποκράτη Ιγνατιάδη, οφείλουμε τη διάσωση της μνήμης, όχι μόνο του θείου του, αλλά και ενός μέρους της ιστορίας της πόλης μας. Γιατί οι μικρές καθημερινές ιστορίες φτιάχνουν ένα μεγάλο παζλ, που είναι η ιστορία του τόπου μας.
http://pireorama.blogspot.gr/
Discover more from World Reader's Digest
Subscribe to get the latest posts sent to your email.