Σε ένα από τα παλαιότερα αθηναϊκά καφενεία, γνωστό σκακιστικό στέκι, το “Πανελλήνιον” της οδού Μαυρομιχάλη, τη Δευτέρα το βράδυ, ίσως για πρώτη φορά οι σκακιστές θαμώνες του κατάλαβαν πώς ένα συγγραφικό πόνημα μπορεί να κρατήσει πολύ περισσότερο από μια καλή παρτίδα σκάκι. Ο γνωστός συγγραφέας και δημοσιογράφοςΔημήτρης Φύσσας, σκακιστής και αρθρογράφος, παρουσίασε μέσα σε ένα πολύ ενδιαφέρον κοινό, νέους και μεγαλύτερους, το τελευταίο του “διαδικτυακό”, αυτή τη φορά, βιβλίο, με τίτλο “Τα σινεμά της Αθήνας 1896 – 2013. Ιστορίες του αστικού τοπίου”. Της Νόρας Ράλλη
Πρόκειται για ένα πολυσέλιδο (960 σελίδες) αλφαβητικό “λεξικό”, με 3.500 υποσημειώσεις, 600 περίπου λήμματα και – όπως τονίζει και ο ίδιος ο συγγραφέας – με μη ακαδημαϊκό γράψιμο. “Ξεκίνησα γιατί ήθελα να κάνω ένα ρεπορταζ 300 λέξεων για τα “κινηματογραφικά κουφάρια” της Αθήνας – σινεμά που λειτουργούσαν, αλλά πλέον έχει μείνει μόνο το κουφάρι τους… και κατέληξα να κάνω έρευνα για δέκα χρόνια!
Και όταν λέμε έρευνα, εννοούμε αυτοψία στο αστικό οικόπεδο του κάθε κινηματογράφου ξεχωριστά, επιτόπια καταγραφή πληροφοριών και ιστοριών από περίοικους, από γιαγιάδες στις λαϊκές της γειτονιάς, από κυρίους στα καφενεία, από κυρίες στα συνοικιακά κομμωτήρια. Συνάντησα ανθρώπους που γνώρισαν τη γυναίκα τους στα σινεμά αυτά, άλλους που είχαν δει άγριους τσακωμούς, ακόμη και φόνο, βρήκα από παλιούς προβολατζήδες μέχρι ταξιθέτριες και καθαρίστριες παλιών σινεμά. Φυσικά, πολύ δουλειά έγινε και με βάση αρχειακό υλικό, ή δικό μου ή μέσω έρευνας.
Έψαξα κινηματογραφικές στήλες παλιών εφημερίδων, το περιοδικό “Αστέρας”, παλιά προγράμματα κινηματογράφου, μικροφίλμ, αρχεία από τη βιβλιοθήκη της Βουλής. Ωστόσο, όση δουλειά και να έκανα, αν δεν υπήρχαν άνθρωποι, συγκεκριμένοι και πολύ σημαντικοί, από αναγνώστες, μέχρι φίλους και ανθρώπους του χώρου του σινεμά, όπως ο Τάκης ο Μπαστέας, για παράδειγμα, που μου είπε ποιες παλιές ελληνικές ταινίες δείχνουν κινηματογράφους, θα είχα δυσκολευτεί πολύ περισσότερο! Και φυσικά, πάτησα σε ένα προϋπαρχον στρώμα αθηναιομανίας, κυρίως μέσα από ήδη έτοιμα βιβλία”.
Το δικό του πάντως αν και έτοιμο, δεν θα εκδοθεί. Κάτι οι κρατικοί φορείς που δεν απάντησαν ποτέ στο αίτημα, κάτι τα ιδιωτικά ιδρύματα που του ζητούσαν πρώτα να ιδρύσει εταιρεία, κάτι η αδυναμία αυτοέκδοσης, το βιβλίο κυκλοφορεί αποκλειστικά στο διαδίκτυο, σε συγκεριμένα σάιτς, για ελεύθερη και δωρεάν χρήση και “με μηδενικό κέρδος τόσο για μένα όσο και για τους διαδικτυακούς φιλοξενητές μου”.
Τη μέρα της παρουσίασης, η συζήτηση κινήθηκε σε πολλαπλά επίπεδα. Από νοσταλγικές εξιστορίσεις εμπειριών μέχρι κοινωνιολογικές αναλύσεις. Η αλήθεια είναι πως τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον για θέματα που αφορούν τη σχέση πόλης και κινηματογράφου έχει αυξηθεί μέσα από επίκαιρες αναζητήσεις αρχιτεκτόνων, κοινωνιολόγων, ιστορικών, σκηνοθετών και θεωρητικών του κινηματογράφου.
Επιπρόσθετα, η διερεύνηση του ρόλου του αστικού τοπίου στον κινηματογράφο, μάς δίνει τη δυνατότητα να κατανοήσουμε όχι μόνο το πώς η πόλη συνέβαλε στην εξέλιξη του κινηματογράφου και με ποιο τρόπο ο κινηματογράφος εμπνεύστηκε από την πόλη και την ανακατασκεύασε, αλλά και το πώς οι ποικίλοι και διαρκώς μεταβαλλόμενοι τρόποι θέασης, καταγραφής και αναπαράστασης της πόλης μπορούν να φωτίσουν τους τρόπους κατανόησης και αντίληψης των πολύπλοκων και όλο και μεταβαλλόμενων αστικών μορφωμάτων, μέσα στα οποία ζει πλέον πάνω από το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού.
Πόσω μάλλον όταν μιλάμε για την Αθήνα, μία πόλη που το αστικό τοπίο και η ανθρώπινη γεωγραφία επαρκούν όχι μόνο για διεπιστημονική έρευνα, αλλά και για ολόκληρη χαρτογράφηση συμπεριφορών και καθημερινών βιωμάτων σε σχέση με τους χώρους και τα μέρη.
Από αυτή τη διαπίστωση ξεκίνησε και ο γνωστός συγγραφέας και δημοσιογράφος, Δημήτρης Φύσσας για να καταλήξει, μετά από δέκα χρόνια έρευνας, στο ίδιο συμπέρασμα: “Περιγράφω κάτι που ενώ σαν τελετουργία είναι μία συλλογική διαδικασία (στον κινηματογράφο συνήθως πάμε με παρέα), ωστόσο η θέαση είναι προσωπική. Και κυρίως, αυτό που διαπίστωσα είναι πως άλλη περιοχή, άλλος κινηματογραφος, άλλη ματιά, άλλη οπτική. Γι αυτό μιλάμε για χαρτογράφιση χαρακτήρων παράλληλα με την αλλαγή του αστικού τοπίου και την καταγραφή των μεταξύ τους αλληλεπιδράσεων”. Μία καταγραφή “αλά Ηλία Πετρόπουλου”, όπως μας είπε, που γίνεται με πλήρη στοιχεία βεβαίως, αλλά όχι ως ανάλυση. “Ας το χρησιμοποιήσουν οι αναλυτές, μελετητές και διδάκτορες του μέλλοντος. Προσωπικά, δεν ήθελα να κάνω ανάλυση δεδομένων. Ήθελα απλώς να κάνω έρευνα και παράθεση των όσων από αυτή εξήγαγα.”.
Μία έρευνα πολύτιμη, συμπληρώνουμε εμείς, τόσο από ακαδημαϊκή άποψη, όσο και από ανάγκη διατήρησης σπάνιου αρχειακού υλικού, που υπό άλλες συνθήκες, πολύ πιθανόν να χάνονταν. Με απλά λόγια, η ιστορική πορεία της κινηματογραφικής αίθουσας ως σημείο συνάντησης της πόλης και του κινηματογράφου.
http://tvxs.gr/news/