Ο Ζαν-Κλοντ Βαν Νταμ γεννήθηκε στο Βέλγιο στις 18 Οκτωβρίου του 1960. Το πραγματικό του επίθετο ήταν Βαν Βάρεμπεργκ, αλλά το άλλαξε σε Βαν Νταμ όταν έφτασε στο Λος Άντζελες το 1981. Ήταν ένα μικρόσωμο, αδύναμο αγόρι, ντροπαλό και λιγομίλητο. Τα μεγαλύτερα αγόρια τον κορόιδευαν και γινόταν συχνά θύμα σχολικού εκφοβισμού.
Σε ηλικία 11 ετών, ακολούθησε τη συμβουλή του πατέρα του και ξεκίνησε μαθήματα πολεμικών τεχνών για να μάθει να αμύνεται. Εντυπωσιάστηκε από το καράτε και τον καθηγητή του, Κλοντ Γκετς, αλλά δυστυχώς το αδύναμο σώμα του δεν τον βοηθούσε να εξελιχθεί. Τότε ξεκίνησε εντατική γυμναστική, αποφασισμένος να δυναμώσει και να διακριθεί. Γυμναζόταν καθημερινά και μέσα σε τέσσερα χρόνια, ο έφηβος Βαν Νταμ κέρδισε μία θέση στην εθνική ομάδα καράτε του Βελγίου.
Ο Βαν Νταμ ήθελε να αποκτήσει πιο σφαιρική γνώση για το σώμα και τις ικανότητές του και ξεκίνησε μαθήματα μπαλέτου. Το κλασικό μπαλέτο δεν ταιριάζει στην εικόνα του σκληροτράχηλου σταρ, αλλά ο Βαν Νταμ ήταν ξεκάθαρος στις δηλώσεις του ότι το μπαλέτο ήταν το πιο δύσκολο άθλημα που δοκίμασε ποτέ. «Το μπαλέτο είναι τέχνη, αλλά είναι κι ένα εξαιρετικά δύσκολο άθλημα. Όποιος αντέξει μία ώρα προπόνησης στο μπαλέτο, μπορεί να αντέξει τα πάντα». Οι μπαλαρίνες αποκαλούσαν τον Βαν Νταμ «μπαλόνι», επειδή μπορούσε να πηδήξει πιο ψηλά από οποιονδήποτε άλλο.
Bloodsport
Μετά από μια λαμπρή αθλητική καριέρα, ο Βαν Νταμ αποφάσισε να ακολουθήσει το όνειρό του στο Χόλιγουντ. Το 1981 ταξίδεψε στην Αμερική, έχοντας ελάχιστες γνώσεις αγγλικών και λίγα χρήματα. Τα πρώτα πέντε χρόνια στο Λος Άντζελες ήταν εξαιρετικά δύσκολα. Έκανε ό, τι δουλειά έβρισκε, από ντελιβεράς μέχρι οδηγός ταξί. Πέρασε αμέτρητες νύχτες στο αυτοκίνητό του, γιατί δεν μπορούσε να πληρώσει ξενοδοχείο. Κατάφερε όμως να γνωρίσει κόσμο από τη σόου μπιζ και ένας από αυτούς ήταν και ο Τσακ Νόρις, με τον οποίο ο σύνδεσμος ήταν οι πολεμικές τέχνες.
Ο Νόρις τον βοήθησε να βρει δουλειά σε νυχτερινό μαγαζί, προφανώς ως σεκιούριτι και το 1984, του βρήκε ένα μικρό ρόλο στην ταινία του με τίτλο «Ο Βετεράνος». Ακολούθησαν διάφορες ταινίες, που πέρασαν όμως απαρατήρητες από το κοινό.
Ένα μεσημέρι σε ένα εστιατόριο, έμαθε ότι στο διπλανό τραπέζι καθόταν ένας διάσημος παραγωγός. Το όνομά του ήταν Μενάχεμ Γκόλαν και συμμετείχε σε παραγωγές όπως η «Εκδίκηση των Νίτζα», που είχε γίνει τεράστια επιτυχία. Ο Ζαν ακολούθησε το ένστικτο και τον αυθορμητισμό του. Δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη και του συστήθηκε.
Σε συνέντευξή του περιέγραψε την αυτοσχέδια οντισιόν του μες στη μέση του εστιατορίου: «Του είπα: «Πρέπει να κάνεις μια ταινία με εμένα. Είμαι νέος, είμαι δυνατός και πολύ φτηνός!» Και μετά του έδειξα κάποιες κλωτσιές, κλότσησα ψηλά πάνω απ’ το κεφάλι του και στο τέλος έκανα σπαγγάτο έξω στο δρόμο».
Τα ακροβατικά του Βαν Νταμ εντυπωσίασαν όχι μόνο τον παραγωγό, αλλά τους ανθρώπους που ήταν μαζί του, οι οποίοι ήταν επίσης κινηματογραφικοί συντελεστές. Χειροκρότησαν όλοι και ο Γκόλαν του έδωσε την κάρτα του για να επικοινωνήσουν. Το 1986 ο Βαν Νταμ πρωταγωνίστησε στην ταινία του Γκόλαν, «Μέχρι Τελικής Πτώσης», με θέμα ένα μυστικό πρωτάθλημα Κικ Μπόξινγκ. Αλλά η ταινία ήταν τόσο κακή που δεν προβλήθηκε αμέσως. Χρειάστηκε να επέμβει ο Βαν Νταμ και να παρακαλέσει να κοπεί πάλι απ’ την αρχή για να κυκλοφορήσει επιτέλους το 1988. Η ταινία τα πήγε περίφημα και ο ηθοποιός γνώρισε την επιτυχία που τόσα χρόνια περίμενε.
Γάμοι, διαζύγια, ναρκωτικά και το …σπαγγάτο
Έως τα μέσα της δεκαετίας του ’90, σε όποια ταινία συμμετείχε ο Βαν Νταμ γινόταν αυτομάτως επιτυχία. Φυσικά εισπρακτική και όχι ποιοτική, αφού το ταλέντο του στην υποκριτική ήταν αντιστρόφως ανάλογο με το ταλέντο του στις πολεμικές τέχνες. Οι ταινίες δράσης όμως, έχουν πάντα ένα μεγάλο κοινό το οποίο εντυπωσιάστηκε από το νέο στιλ ξυλοφορτώματος που έφερε ο εντυπωσιακός Γάλλος. Τίτλοι όπως «Διπλός Αντίκτυπος» και «Παγκόσμιος Στρατιώτης» απογείωσαν την καριέρα του. Ωστόσο, ο Βέλγος ηθοποιός δεν μπόρεσε να διαχειριστεί την ξαφνική διασημότητα. Ναρκωτικά και γυναίκες υπήρχαν σε αφθονία και ο Βαν Νταμ έκανε κατάχρηση και στα δύο. Αργότερα δήλωσε ότι μπορεί να σπαταλούσε μέχρι και 10 χιλιάδες δολάρια την εβδομάδα για κοκαΐνη.
Η οικογενειακή του ζωή επηρεάστηκε από τον εθισμό του στα ναρκωτικά. Ο Βαν Νταμ είχε ήδη δύο διαζύγια στο ιστορικό του πριν να γίνει διάσημος και μετά το 1987 παντρεύτηκε άλλες τρεις φορές. Μάλιστα δύο φορές ήταν με την ίδια γυναίκα, την αθλήτρια Γκλάντις Πορτουγκές. Χώρισαν το 1992, μετά από πέντε χρόνια γάμου, επειδή ο Βαν Νταμ την απάτησε με την επόμενη σύζυγό του, Ντάρσι Λαπιέρ. Το 1994 παντρεύτηκε τη Λαπιέρ με την οποία πήρε διαζύγιο το 1997, αφού τον κατηγόρησε για κακοποίηση. Πολλά χρόνια αργότερα, ο Βαν Νταμ παραδέχτηκε ότι το 1994, στα γυρίσματα της ταινίας «Η Τελική Μάχη» στην Ταϊλάνδη, διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση με τη συμπρωταγωνίστριά του, Κάιλι Μινόγκ.
Το 1999 συνελήφθη για οδήγηση υπό την επήρεια ναρκωτικών και μπήκε σε κλινική απεξάρτησης, απ’ όπου όμως έφυγε μία βδομάδα αργότερα. Την ίδια περίοδο διαγνώστηκε με διπολική διαταραχή και τα νέα τον συντάραξαν. Ο Βαν Νταμ αποφάσισε να απεξαρτηθεί μόνος του από τα ναρκωτικά μέσω της γυμναστικής. Τα ξαναβρήκε με την πρώην σύζυγό του, Γκλάντις Πορτουγκές και με τη βοήθειά της, κατάφερε να επανέλθει. Δυστυχώς όμως η καριέρα του δεν ακολούθησε την ίδια πορεία.
Συνέχισε να παίζει σε ταινίες, οι οποίες δεν είχαν πια την ίδια απήχηση. Η παρουσία του σε πάρτυ νεόκοπων δικτατόρων σε χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης του προσέφερε χρήματα, αλλά δεν βοήθησε την επιστροφή του στις κινηματογραφικές επιτυχίες.
Κατάφερε πάντως να γίνει «viral», με το περίφημο σπαγγάτο πάνω στις υπερσύγχρονες νταλίκες. Η διακωμώδηση ήταν σχεδόν αναπόφευκτη, αν και η σάτιρα κάθε άλλο παρά τον απαξίωσε.
http://dailyarticle.gr
Discover more from World Reader's Digest
Subscribe to get the latest posts sent to your email.