Ιταλός ηθοποιός, γνωστός για τις κωμικές ταινίες δράσης, στις οποίες πρωταγωνίστησε κυρίως την δεκαετία του εβδομήντα, μαζί με τον συμπατριώτη του Τέρενς Χιλ. Το καλλιτεχνικό δίδυμο, μια ιταλική εκδοχή του Χονδρού – Λιγνού, υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλές και στη χώρα μας, προσφέροντας άφθονο γέλιο σε μικρούς και μεγάλους με τις περιπέτειές τους, που στόχευαν στην επιβολή του καλού επί του κακού.
Ο Κάρλο Πεντερσόλι (Carlo Pedersoli), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1929 στη Νάπολη, από πλούσια οικογένεια. Μόλις τελείωσε το Λύκειο, άρχισε να σπουδάζει χημεία στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης. Διέκοψε, όμως, τις σπουδές, όταν η οικογένειά του μετακόμισε στη Βραζιλία το 1947. Κατά τη διάρκεια της διετούς παραμονής τους στη χώρα της σάμπας, εργάστηκε στο προξενείο της Ιταλίας στο Ρεσίφε.
Στα τέλη του 1949 επέστρεψε στη Ρώμη και ασχολήθηκε με την αγωνιστική κολύμβηση, όπου είχε αξιοσημείωτες επιδόσεις από μικρός. Υπήρξε ο πρώτος Ιταλός που κατέβηκε το ένα λεπτό στα 100 μ. ελευθέρας (59.5 στις 21 Σεπτεμβρίου 1950). Το 1951 κέρδισε το αργυρό μετάλλιο στους Μεσογειακούς της Αλεξάνδρειας κι ένα χρόνο αργότερα εκπροσώπησε την Ιταλία στους Ολυμπιακούς του Ελσίνκι, όπου έφθασε μέχρι τα ημιτελικά, όπως και το 1956 στους Ολυμπιακούς της Μελβούρνης. Το 1954 αναδείχθηκε πρωταθλητής Ιταλίας στην υδατοσφαίριση με τη Λάτσιο και το 1955 κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο με τη «Σκουάντρα Ατζούρα» στους Μεσογειακούς της Βαρκελώνης. Το 1957 εγκατέλειψε την ενεργό δράση.
Παράλληλα με τις αθλητικές του δραστηριότητες, ξεκίνησε καριέρα ηθοποιού στον κινηματογράφο, παίζοντας μικρούς και ασήμαντους ρόλους μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ‘60, οπότε ήλθε η αναγνώριση. Από την παρουσία του στη μεγάλη οθόνη αυτά τα χρόνια ξεχωρίζει η συμμετοχή του στην επική ταινία «Κβο Βάντις» του Μάρβιν Λιρόι, όπου έπαιζε ένα φρουρό του Πραιτωρίου.
Το 1959 γνώρισε το μελλοντικό του συνεργάτη Τέρενς Χιλ (Μάριο Τζιρότι το πραγματικό του όνομα), με τον οποίο αποτέλεσε αχτύπητο δίδυμο σε μία σειρά κωμικών ταινιών δράσης από τα τέλη της δεκαετίας του ‘60. Τότε ήταν που έλαβε το αγγλικό ψευδώνυμο Μπαντ Σπένσερ (Bud Spencer), ως φόρος τιμής στον σπουδαίο αμερικανό ηθοποιό Σπένσερ Τρέισι και την αγαπημένη του μπύρα Μπαντγουάιζερ (Budweiser).
H αναγνώριση και για τους δυο ήλθε το 1970 με την ταινία «Το όνομά μου είναι Τρινιτά» («Lo chiamavano Trinità..»), ένα κωμικό γουέστερν – σπαγγέτι, που αποτελεί μία από τις κορυφαίες δημιουργίες του είδους. Από τότε οι ταινίες του δυναμικού διδύμου κωδικοποιήθηκαν στην Ελλάδα με την ονομασία «Τρινιτά» («Πάμε να δούμε Τρινιτά» ήταν η έκφραση της πιτσιρικαρίας της εποχής εκείνης). Ο Σπένσερ, που μοίραζε αφειδώς μπουνιές και εξολόθρευε τους αντιπάλους του με χαρακτηριστική άνεση, ήταν ο «Χονδρός» του διδύμου, με ύψος 1,92 μ. και βάρος πάνω από 120 κιλά.
Σημαντικό ρόλο στην κινηματογραφική του πορεία έπαιξε ο γάμος του με τη Μαρία Αμάτο, κόρη του κινηματογραφικού παραγωγού Πεπίνο Αμάτο («Λα Ντόλτσε Βίτα»), ο οποίος έθεσε τις βάσεις της καριέρας του. Το ζευγάρι απέκτησε τρία παιδιά.
Τη δεκαετία του ‘80, ο Μπαντ Σπένσερ επένδυσε τις οικονομίες του στην ίδρυση της αεροπορικής εταιρείας Mistral Air (1984), την οποία αργότερα πούλησε στα Ιταλικά Ταχυδρομεία. Ο ίδιος ήταν διπλωματούχος πιλότος αεροπλάνων και ελικοπτέρων. Με τα χρήματα που αποκόμισε από την πώληση της Mistral Air αγόρασε ένα εργοστάσιο παραγωγής παιδικών ρούχων.
Το 2005 ασχολήθηκε με την πολιτική, όταν έθεσε υποψηφιότητα για περιφερειακός σύμβουλος με τη «Φόρτσα Ιτάλια» του Σίλβιο Μπερλουσκόνι στη Ρώμη, αλλά δεν εξελέγη.
Ο Μπαντ Σπένσερ, κατά κόσμον Κάρλο Πεντερσόλι, πέθανε στις 27 Ιουνίου 2016 στο σπίτι του στη Ρώμη, σε ηλικία 86 ετών.
https://www.sansimera.gr